Στο χρονικό και στη συνέντευξη που ακολουθεί, μια αναρχική κολεκτίβα από το Χονγκ Κονγκ παρουσιάζει μια ολοκληρωμένη ανασκόπηση της πολύμηνης εξέγερσης, εξετάζοντας τις επιτυχίες της, αναγνωρίζοντας τα όριά της, εξυμνώντας τις στιγμές έμπνευσης, αλληλοβοήθειας και ανυπακοής, και επικρίνοντας τις πτυχές που παραμένουν ακόμα παγιδευμένες στη γοητεία της εξουσίας και στην οργή των πολιτών. Αυτή είναι η συνέχεια μιας συνέντευξης με την ίδια ομάδα που είχαμε δημοσιεύσει τον Ιούνιο.
Ο αγώνας στο Χονγκ Κονγκ δημιουργεί πόλωση σε διεθνές επίπεδο. Ορισμένοι συνωμοσιολόγοι εμμένουν στην απόφασή τους να αναγιγνώσκουν κάθε μορφή διαμαρτυρίας κατά της κινεζικής κυβέρνησης ως απλώς μια μεθόδευση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, ως εάν να ήταν αδύνατον για τους διαδηλωτές να έχουν διαμορφώσει μια δική τους ατζέντα που να ξεφεύγει από οποιασδήποτε κρατική επίβλεψη. Άλλοι επευφημούν το κίνημα χωρίς να νοιάζονται για τους εθνικιστικούς και νεοφιλελεύθερους μύθους που διατηρούν ακόμα την ισχύ τους στο εσωτερικό του.
Τα γεγονότα στο Χονγκ Κονγκ δείχνουν πώς ένα κίνημα μπορεί να απορρίψει ενεργά την αξιοπιστία μιας κυβέρνησης, καθώς και των νόμων και της αστυνομίας της, ενώ παράλληλα διατηρεί μια αφελή πίστη σε άλλες κυβερνήσεις, άλλους νόμους, άλλες αστυνομίες. Για όσο καιρό η πίστη αυτή υφίσταται σε οποιαδήποτε μορφή της, ο κύκλος θα συνεχίζεται. Ωστόσο, οι περασμένοι μήνες της εξέγερσης στο Χονγκ Κονγκ μπορούν να μας βοηθήσουν να φανταστούμε πώς θα έμοιαζε ένας παγκόσμιος αγώνας ενάντια σε όλες τις μορφές του καπιταλισμού, του εθνικισμού και του κράτους – και να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε τα εμπόδια που ακόμα αποτρέπουν την ανάδυση ενός τέτοιου αγώνα.
Χρονικό των γεγονότων
Ιούνιος 2019
Την άνοιξη του 2019 η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ εισήγαγε έναν νόμο που επέτρεπε να εκδοθούν πολίτες του Χονγκ Κονγκ σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της ηπειρωτικής Κίνας.
Μια μαζική ειρηνική διαδήλωση κατά του νομοσχεδίου, στην οποία συμμετείχαν εκατομμύρια κόσμου, έλαβε χώρα στις 9 Ιουνίου. Στη διάρκεια της επόμενης εβδομάδας ορισμένα άτομα στο διαδικτυακό φόρουμ LIHKG πρότειναν να χρησιμοποιήσει το κίνημα οικονομικές τακτικές διαμαρτυρίας – για παράδειγμα, την πλήρη απόσυρση μετρητών από λογαριασμούς ταμιευτηρίου και τις γενικές απεργίες. Αυτές δεν υιοθετήθηκαν παρά μονάχα πολύ αργότερα σε βαθμό που να τις καθιστά διακριτή πρακτική.
Στις 12 Ιουνίου, ημέρα κατά την οποία είχε προγραμματιστεί σύσκεψη του νομοθετικού συμβουλίου σχετικά με το νομοσχέδιο, διαδηλωτές και αστυνομία συγκρούστηκαν γύρω από την έδρα της κυβέρνησης και τον πύργο του επιχειρηματικού ομίλου CITIC. Η σύσκεψη διακόπηκε. Η αστυνομία εκτόξευσε περίπου 150 βομβίδες δακρυγόνων και πλαστικές σφαίρες κατά των διαδηλωτών, τραυματίζοντας πολλούς από αυτούς, ενώ συνέλαβε πέντε άτομα και τους απήγγειλε κατηγορίες σχετικά με τα επεισόδια.
Παρόλο που τη 15η Ιουνίου η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι το νομοσχέδιο θα αποσυρθεί, μέσα στην ίδια μέρα ένας διαδηλωτής έπεσε από μεγάλο ύψος και σκοτώθηκε. Στη διαθήκη που άφησε ζητούσε «την πλήρη απόσυρση του νομοσχεδίου, την απόσυρση των κατηγοριών σχετικά με τα επεισόδια, την άνευ όρων αποφυλάκιση των τραυματισμένων φοιτητών, την παραίτηση της Κάρι Λαμ». Από εκείνο το σημείο και έπειτα τα πιο πολλά από αυτά συμπεριλαμβάνονται στα αιτήματα του αγώνα. Δυο εκατομμύρια άνθρωποι συμμετείχαν στις διαδηλώσεις την επόμενη ημέρα, τη 16η Ιουνίου.
Τέλη Ιουνίου μέχρι 1η Ιουλίου
Στις 21 Ιουνίου οι διαδηλωτές πειραματίστηκαν για πρώτη φορά με την «αντάρτικη» δράση, μετακινούμενοι από την έδρα της κυβέρνησης στο αρχηγείο της αστυνομίας, στους πύργους του Κέντρου Εσόδων και της Μετανάστευσης που βρίσκονται σε παρακείμενη συνοικία, απέκλεισαν τις εισόδους τους και σταμάτησαν προσωρινά τις εργασίες των αντίστοιχων τμημάτων. Ορισμένοι επέστρεψαν στον πύργο του Κέντρου Εσόδων την επόμενη ημέρα, 22 Ιουνίου, για να απολογηθούν στους πολίτες για την ταλαιπωρία που είχαν προκαλέσει.
Μια παγκόσμια διαφημιστική καμπάνια που χρηματοδοτήθηκε μέσω crowd-funding και καλούσε τους ηγέτες του G20 να δράσουν σχετικά με την κρίση στο Χονγκ Κονγκ δεν προκάλεσε κάποια διακριτή απάντηση. Δυο ακόμα διαδηλωτές αυτοκτόνησαν στα τέλη του μήνα. Η απόγνωση ολοένα και εντεινόταν, κάτι που οδήγησε πολλούς να υπονοήσουν ότι ο αγώνας προσέγγιζε το «φινάλε» του όσο πλησίαζε η 1η Ιουλίου.
Εκείνη την ημέρα, την 1η Ιουλίου, διαδηλωτές εισέβαλαν στο κτίριο του νομοθετικού συμβουλίου. Οι πασιφιστές διαδηλωτές σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις διατύπωσαν ανησυχίες για τη συγκεκριμένη δράση, αλλά τελικά επέλεξαν να μην καταδικάσουν αυτούς που ενεπλάκησαν σε αυτή. Τέσσερις διαδηλωτές που εισήλθαν στις αίθουσες του συμβουλίου αρνήθηκαν να αποχωρήσουν όταν κατέφθασαν οι κατασταλτικές δυνάμεις της αστυνομίας, και μια δεκάδα διαδηλωτές ξαναμπήκαν μέσα για να τους «σώσουν». Από εκείνο το σημείο και μετά οι αποφάσεις να «μη διασπώνται» σε φράξιες (不割蓆) και να «πηγαίνουν (να βαδίζουν προς τη διαδήλωση) και να γυρίζουν (να ξεφεύγουν από τις κατασταλτικές δυνάμεις) μαζί» (齊上齊落) καθορίζουν το συλλογικό ήθος του αγώνα.
Αρχές Ιουλίου: η σύγκρουση επεκτείνεται
Στη διάρκεια του Κινήματος της Ομπρέλας το 2014, οι διαδηλωτές είχαν επινοήσει τον Τοίχο του Λένον, έναν αυτοσχέδιο και άνευ άδειας δημόσιο πίνακα ανακοινώσεων, ως μια μέθοδο για τους «συνειδητοποιημένους πολίτες» να «κάνουν, ειρηνικά, αίτηση για αποζημίωση στην κυβέρνηση» με έναν ευρέως ορατό τρόπο. Κατά τον μήνα Ιούνιο αυτό το μοντέλο υπερέβη τις αυστηρά πασιφιστικές καταβολές του και ανέλαβε τις λειτουργίες της διάδοσης πλη-ροφοριών και του συντονισμού των στρατηγικών. Στις 30 Ιουνίου η αστυνομία κατέστρεψε τον Τοίχο του Λένον που οι διαδηλωτές είχαν στήσει στην έδρα της κυβέρνησης. Ως απάντηση οι Τοίχοι του Λένον άρχισαν να ξεπηδούν σε κάθε μεγάλη συνοικία με 24ωρη περιφρούρηση από διαδηλωτές.
Παρόλο που δεν έγινε καμία σύλληψη την 1η Ιουλίου, πολλοί ήταν εκείνοι που φοβούνταν ότι θα ακολουθούσαν εκ των υστέρων αντίποινα από την πλευρά της αστυνομίας. Ορισμένοι διέφυγαν σε άλλες χώρες. Η ανάγκη επέβαλε σε όλους όσοι συμμετείχαν στον αγώνα να απομνημονεύσουν μέσω της συνεχούς επανάληψης αυτά που έπρεπε να πουν –και αυτά που δεν έπρεπε να πουν– σε περίπτωση σύλληψης από την αστυνομία. Η φράση «Έχω το δικαίωμα να σιωπήσω» (我冇野講) μετατράπηκε σε δημοφιλές μιμίδιο, και η επανάληψη αυτού του μάντρα άρχισε να χρησιμοποιείται ως ένας τρόπος να εκφραστεί κανείς θετικά σχετικά με κάποια ανάρτηση στο διαδικτυακό φόρουμ LIHKG.
Στις 7 Ιουλίου διοργανώθηκε η πρώτη συγκέντρωση έξω από τις κύριες τοποθεσίες διαδηλώσεων στο νησί του Χονγκ Κονγκ, με τα συνθήματα και τα φυλλάδια να απευθύνονται στους τουρίστες από την ηπειρωτική Κίνα που συχνάζουν στην περιοχή. Οι διαδηλώσεις επεκτάθηκαν σε μια σειρά από άλλες περιοχές τις επόμενες εβδομάδες, με πιο αξιοσημείωτη εκείνη στην περιοχή Σατίν στις 14 Ιουλίου. Οι κάτοικοι αυτής της γειτονιάς έδειξαν τη συμπαράστασή τους πετώντας από τα παράθυρά τους σανίδες κολύμβησης στους διαδηλωτές για να τις χρησιμοποιήσουν ως ασπίδες, και βάζοντας τις φωνές στους αστυνομικούς που εισέρχονταν στις λαϊκές πολυκατοικίες όπου μένουν. Η αστυνομία έκανε για πρώτη φορά έφοδο σε εμπορικό κέντρο και έβαψε με αίμα το δάπεδο του Νέου Εμπορικού Κέντρου του Σατίν. Τα δρομολόγια του τρένου προς το Σατίν διακόπηκαν κατόπιν εντολής της αστυνομίας και σχηματίστηκαν αυτοοργανωμένες ομάδες συνεπιβατισμού (carpooling) που διέθεσαν τα αυτοκίνητά τους για να βοηθήσουν τους διαδηλωτές να διαφύγουν.
Στις 17 Ιουλίου, μετά από ορισμένες πολύ σκληρές συγκρούσεις, χιλιάδες ηλικιωμένοι πολίτες διοργάνωσαν πορεία υποστήριξης των νεαρών διαδηλωτών για να διατρανώσουν ότι δεν είναι συντηρητικοί απατεώνες όπως τόσοι άλλοι της γενιάς τους, παθητικοί και απολίτικοι, που οι νέοι αποκαλούν «γέρικα σκουπίδια».
21 Ιουλίου
Στη διάρκεια μιας πορείας προς το Γραφείο Διασύνδεσης της Κίνας –το επίσημο μέσο ενημέρωσης του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος στο Χονγκ Κονγκ– το εθνόσημο της Κίνας καλύφθηκε με μια παχιά στρώση μελανιού. Για πρώτη φορά ο κόσμος φώναζε μαζικά «Η επιστροφή του Χονγκ Κονγκ στη δόξα, η επανάσταση της εποχής μας» (光復香港時代革命). Η αστυνομία εκτόξευσε δακρυγόνα, πλαστικές σφαίρες και βομβίδες σπόγγου1 χωρίς προειδοποίηση.
Εντωμεταξύ, στον σταθμό Γουέν Λονγκ τριάδες2 με λευκά πουκάμισα και μπλουζάκια επιτέθηκαν σε διαδηλωτές και πολίτες μέσα στο τρένο. Ορισμένοι πιστεύουν ότι πίσω από τις επιθέσεις βρισκόταν ο νομοθέτης Γιούνιους Χο. Οι επιθέσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν με τη συμβολή της αστυνομίας, η οποία παρακολουθούσε άπραγη. Ελάχιστοι από τους δράστες συνελήφθησαν και δεν απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε κανέναν. Το περιστατικό αυτό προκάλεσε έντονα συναισθήματα λαϊκής οργής απέναντι στην αστυνομία.
Τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου: Κλιμάκωση
Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του λαού αυτού που η αστυνομία αρνείται να δώσει άδεια για μια πορεία, η οποία θα γινόταν στο Γουέν Λονγκ την 27η Ιουλίου, μια εβδομάδα μετά την επίθεση από τις τριάδες. Χιλιάδες ήταν οι άνθρωποι που παρ’ όλα αυτά κατέβηκαν στον δρόμο δείχνοντας ανυπακοή. Από εκείνη την ημέρα και μετά οι πορείες χωρίς άδεια έχουν γίνει πλέον η νόρμα. Προέκυψε μια παρεξήγηση μεταξύ των διαδηλωτών σχετικά με τη «συμφωνημένη» ώρα αναχώρησης, με αποτέλεσμα να γίνουν μακροσκελείς συζητήσεις στο LIHKG και εκκλήσεις για καλύτερη επικοινωνία μεταξύ όσων βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και στις γραμμές των συμπαθούντων που ακολουθούν πίσω τους.
Στις 28 Ιουλίου, συνελήφθησαν 49 συμπαθούντες∙ οι περισσότεροι αντιμετώπισαν κατηγορίες σχετικά με τα επεισόδια. Από την ημέρα εκείνη μέχρι τις αρχές Αυγούστου οι διαδηλώσεις έγιναν πιο αυθόρμητες και σύντομες, με τους διαδηλωτές να παίρνουν το μετρό του Χονγκ Κονγκ (ονομάζεται ΣΜΜ – Σιδηρόδρομος Μαζικής Μετακίνησης) και να μεταβαίνουν σε διαφορετικούς σταθμούς έχοντας ως κύριο στόχο τους τα αστυνομικά τμήματα. Για πρώτη φορά ο κόσμος άρχισε να εκτοξεύει βόμβες μολότοφ και τούβλα προς τα αστυνομικά τμήματα και να χρησιμοποιεί σφεντόνες. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι από κάθε γειτονιά άρχισαν να βγαίνουν από τα σπίτια τους για να στηρίξουν τον αγώνα, βάζοντας τις φωνές στους αστυνομικούς και παρακινώντας τους να επιστρέψουν στα τμήματα. Η αστυνομία έκανε εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων σε κατοικημένες περιοχές και σε μέρη όπου υπάρχουν γηροκομεία.
Στις 3 Αυγούστου ο κόσμος απέκλεισε το τούνελ που ενώνει τα δυο λιμάνια. Στις 5 Αυγούστου μια διμοιρία ανδρών αστυνομικών έσυρε μια γυναίκα διαδηλώτρια στο Τιν Σούι Βάι, σηκώνοντας εσκεμμένα τη φούστα της και αποκαλύπτοντας το γυμνό της σώμα. Την ίδια στιγμή άρχισαν να κυκλοφορούν αναφορές για σεξουαλική κακοποίηση στα αστυνομικά τμήματα.
Την 5η Αυγούστου χιλιάδες άνθρωποι, σε διάφορες περιοχές, συμμετείχαν στη «γενική απεργία». Ο κόσμος μπλόκαρε τις πόρτες των βαγονιών του τρένου στον ΣΜΜ νωρίς εκείνο το πρωί, σταματώντας τη λειτουργία σχεδόν όλων των γραμμών. (Η «πρόβα» είχε πραγματοποιηθεί στις 30 Ιουλίου, όταν ένας σταθμός είχε αποκλειστεί τις πρώτες πρωινές ώρες και είχαν ακολουθήσει το απόγευμα της ίδιας μέρας σύντομοι και περιοδικοί αποκλεισμοί σε διάφορους σημαντικούς σταθμούς μετεπιβίβασης στο νησί του Χονγκ Κονγκ.) Σε πολλές περιοχές οι συγκρούσεις γύρω από τα αστυνομικά τμήματα κράτησαν όλη μέρα. Εκείνο το βράδυ τα μέλη των συμμοριών που στηρίζουν την κυβέρνηση, ντυμένα με μπλε ή άσπρα πουκάμισα και μπλουζάκια, επιτέθηκαν σε διαδηλωτές με σιδερολοστούς και μαχαίρια.
Μέσα Αυγούστου: Οφθαλμός αντί οφθαλμού
Ως απάντηση στη σύλληψη ενός νεαρού από την αστυνομία με την αιτιολογία ότι είχε στην κατοχή του 10 δείκτες λέιζερ, οι οποίοι στην επίσημη αναφορά περιγράφονταν ως «επικίνδυνα όπλα», ο κόσμος δημιούργησε, στις 7 Αυγούστου, το δικό του σόου με δείκτες λέιζερ έξω από το Διαστημικό Μουσείο του Χονγκ Κονγκ. Την ίδια ημέρα έλαβε χώρα η πρώτη συνέντευξη Τύπου για τους σκοπούς του αγώνα, η οποία οργανώθηκε από μια ομάδα διαδηλωτών ως αντίβαρο στις καθημερινές συνεντεύξεις Τύπου της αστυνομίας.
Αποκλεισμοί από «flash mobs» (πλήθη που συγκεντρώνονται ξαφνικά και διαλύονται εξίσου ξαφνικά) πραγματοποιήθηκαν σε πολλές περιοχές το Σαββατοκύριακο 10-11 Αυγούστου. Την 11η Αυγούστου διαδηλωτές από το Σαμ Σούι Πο μετακινήθηκαν στο Τσιμ Σα Τσούι όπου η αστυνομία εκτόξευσε πλαστικά φυσίγγια και προκάλεσε ρήξη του δεξιού ματιού μιας νοσηλεύτριας της ομάδας πρώτων βοηθειών. Το «Οφθαλμός αντί οφθαλμού» έγινε μιμίδιο που έκανε τον γύρο του διαδικτύου, και η «Εκστρατεία Μάτι για το Χονγκ Κονγκ» που ξεκίνησε ο Κιμ Έουι-Σεόνγκ, ένας διάσημος νοτιοκορεάτης ηθοποιός, μέσα στον Αύγουστο επεκτάθηκε σε όλο τον κόσμο.
Την ίδια ημέρα η αστυνομία εκτόξευσε δακρυγόνα μέσα σε κλειστό χώρο στον σταθμό Κουάι Φονγκ και πυροβόλησε διαδηλωτές από μικρή απόσταση, σπρώχνοντάς τους σε έναν ήδη γεμάτο ανελκυστήρα στον σταθμό Τάι Κου. Μυστικοί αστυνομικοί ντυμένοι διαδηλωτές έκαναν συλλήψεις χωρίς προειδοποίηση. Αυτό έσπειρε την καχυποψία στις τάξεις των διαδηλωτών.
Την επόμενη ημέρα, 12 Αυγούστου, χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο αεροδρόμιο για να καταδικάσουν την αστυνομική βαρβαρότητα προκαλώντας την ακύρωση εκατοντάδων πτήσεων. Φήμες ότι οι δυνάμεις καταστολής θα έφταναν από στιγμή σε στιγμή διαδίδονταν όλο το απόγευμα∙ πολλοί έφυγαν νωρίς, πριν τις 6 το απόγευμα. Στη συνέχεια, οργισμένοι διαδηλωτές, αισθανόμενοι ότι τους είχαν εξαπατήσει, επέστρεψαν στο αεροδρόμιο τη 13η Αυγούστου και μπλόκαραν με ενεργητικό τρόπο την επιβίβαση των επιβατών. Αργότερα το απόγευμα η ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε, όταν οι διαδηλωτές αναγνώρισαν μεταμφιεσμένους ανάμεσά τους δυο άνδρες –έναν αξιωματικό της Ασφάλειας από την ηπειρωτική Κίνα και έναν δημοσιογράφο της εφημερίδας Global Times που διατηρεί στενές σχέσεις με το τμήμα ασφάλειας της ηπειρωτικής Κίνας. Το περιστατικό καλύφθηκε ευρύτατα απ’ τα ΜΜΕ στην ηπειρωτική Κίνα, προκαλώντας συναισθήματα σφοδρής εναντίωσης απέναντι στο κίνημα. Στη συνέχεια προέκυψαν διαφωνίες στις τάξεις των διαδηλωτών σχετικά με το πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται όσοι παρεισφρέουν στις πορείες, οι οποίες οδήγησαν σε μια δημόσια εκδήλωση μεταμέλειας στις 14 Αυγούστου. Παρ’ όλες τις διαφωνίες διατηρούνταν μια αίσθηση «ενότητας», μια ενότητα που οι διαδηλωτές ορκίζονταν ότι θα επιζούσε ακόμη και μετά από πυρηνική έκρηξη (核爆都唔割).
Τέλη Αυγούστου
Εκατομμύρια ειρηνικοί διαδηλωτές παρέστησαν σε μια πορεία στις 18 Αυγούστου, παρά την καταρρακτώδη βροχή. Στις 23 Αυγούστου η δράση «Οδός Χονγκ Κονγκ» (σχηματισμός ανθρώπινης αλυσίδας) έλαβε χώρα στην πόλη. Το προσωπικό διαφόρων αεροπορικών εταιρειών και της αεροπορικής εταιρείας του Χονγκ Κονγκ Cathay Pacific που βοήθησε στον αποκλεισμό του αεροδρομίου ή εξέφρασε τη συμπάθειά του προς το κίνημα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απολύθηκε ύστερα από πιέσεις που άσκησε το Πεκίνο. Κυκλοφόρησαν πολυάριθμες αναφορές περί κρατουμένων που ξυλοκοπήθηκαν άγρια ή έπεσαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, ακόμα και βιασμού. Μια συγκέντρωση #ProtestToo ενάντια στη σεξουαλική βία έλαβε χώρα στις 28 Αυγούστου.
Στις 24 Αυγούστου, λίγο πριν την έναρξη μιας διαδήλωσης στο Κουν Τονγκ, ο ΣΜΜ έκλεισε αρκετούς σταθμούς και σταμάτησε τα δρομολόγια των τρένων στις αντίστοιχες περιοχές . Από εκείνη την ημέρα και έπειτα οι διαδηλωτές άρχισαν να αναφέρονται στον ΣΜΜ ως το «Τρένο του Κόμματος» (黨鐵) και άρχισε να αποτελεί στόχο βανδαλισμών. Στη διαδήλωση του Κουν Τονγκ οι συμμετέχοντες παρουσίασαν τα έκτοτε γνωστά ως «πέντε αιτήματα»: πλήρη απόσυρση του νομοσχεδίου, ανάκληση των κατηγοριών σχετικά με τα «επεισόδια», άνευ όρων απελευθέρωση όλων των συλληφθέντων, διενέργεια ανεξάρτητης έρευνας για τα εγκλήματα της αστυνομίας και καθολικό δικαίωμα ψήφου. Ορισμένοι μάλιστα γκρέμισαν και τους «έξυπνους φανοστάτες» που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή, τα φώτα του δρόμου που είναι εφοδιασμένα με το μικροτσίπ RFID και προορίζονται για αναβάθμιση με τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου. Πριόνισαν τους στύλους, αποσυνέδεσαν τις καλωδιώσεις και εξακρίβωσαν πού είχαν κατασκευαστεί τα εξαρτήματά τους.
https://twitter.com/Transformless/status/1165360715726753793
Στις 31 Αυγούστου, παρά τις συλλήψεις διάσημων ακτιβιστών και μελών του συμβουλίου, κατέβηκαν στον δρόμο χιλιάδες άνθρωποι. Οι αντλίες νερού είχαν δοκιμαστεί για πρώτη φορά στις 25 Αυγούστου∙ τώρα χρησιμοποιήθηκαν σε πλήρη ισχύ για να περιλούσουν το πλήθος με σπρέι πιπεριού μπλε χρώματος. Οι διαδηλωτές έβαλαν φωτιά σε οδοφράγματα γύρω από το αρχηγείο της αστυνομίας∙ επίσης αναγνώρισαν και περικύκλωσαν έναν μυστικό αστυνομικό.
Αργότερα, στον σταθμό Πρίγκιπας Εδουάρδος, η αστυνομία ξυλοκόπησε και ψέκασε αδιακρίτως με σπρέι πιπεριού διαδηλωτές και επιβάτες σε ένα βαγόνι τρένου. Επτά άτομα τραυματίστηκαν σοβαρά. Τουλάχιστον τρία άτομα αγνοούνται μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές∙ πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι η αστυνομία τους δολοφόνησε. Τα αιτήματα του κοινού προς τον ΣΜΜ να δώσει στη δημοσιότητα τα πλάνα από τις κάμερες κλειστού κυκλώματος έχουν μείνει αναπάντητα. Μετά από αυτό το γεγονός, το μίσος για την αστυνομία και τον ΣΜΜ έφτασε σε πρωτόγνωρο επίπεδο και ο κόσμος διέδωσε διάφορες μεθόδους για να αποφεύγει κανείς να πληρώσει εισιτήριο στο τρένο.
Αρχές Σεπτεμβρίου
Την 1η Σεπτεμβρίου χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στον σταθμό των λεωφορείων και στον κεντρικό δρόμο που οδηγεί στο αεροδρόμιο, μιας και το ίδιο το κτίριο του αεροδρομίου παραμένει εκτός συζήτησης, λόγω της επιβολής από το ανώτατο δικαστήριο περιοριστικών μέτρων στους διαδηλωτές που συμμετείχαν στον αποκλεισμό του. Αυτή η δράση ουσιαστικά παρέλυσε την κίνηση προς το αεροδρόμιο για όλο το απόγευμα. Οι φοιτητές των πανεπιστημίων και οι μαθητές των γυμνασίων κατέβηκαν σε απεργία στις 2 Σεπτεμβρίου και πολλοί δέχτηκαν επιθέσεις από την αστυνομία και από υποστηρικτές της κυβέρνησης μπροστά από τα σχολεία και τις σχολές τους. Σπουδαστές και απόφοιτοι σχημάτισαν ανθρώπινες αλυσίδες σε διάφορες περιοχές κατά τη διάρκεια της εβδομάδας.
Τέλος, στις 4 Σεπτεμβρίου η Διευθύνουσα Σύμβουλος ανακοίνωσε τη διαδικασία απόσυρσης του νομοσχεδίου έκδοσης υπόπτων – μια διαδικασία που θα ξεκινήσει μετά το πέρας της κοινοβουλευτικής διακοπής εργασιών τον Οκτώβριο. Ωστόσο το κίνημα συνεχίζει να επιμένει ότι η κυβέρνηση πρέπει να ικανοποιήσει και τα πέντε αιτήματα. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές οι βανδαλισμοί στους σταθμούς του ΣΜΜ συνεχίζονται, όπως και οι έρευνες σχετικά με το πού βρίσκονται οι «εξαφανισμένοι», αλλά και τα αιτήματα για να δοθούν στη δημοσιότητα τα πλάνα από τις κάμερες κλειστού κυκλώματος που τραβήχτηκαν την 31η Αυγούστου.
Συνέντευξη
Πήραμε αυτή τη συνέντευξη από μια αναρχική κολεκτίβα που είναι ενεργή στον αγώνα τις τελευταίες δεκαπέντε εβδομάδες. Όταν έπαιρναν μια ανάσα από τις τεράστιες ποσότητες δακρυγόνων που είχαν εισπνεύσει, συγκεντρώνονταν για να συλλογιστούν πάνω σε αυτές εδώ τις ερωτήσεις. Οι απαντήσεις αποτελούν αποτέλεσμα πολλών ξάγρυπνων βραδιών που πέρασαν μες στην ενδοσκόπηση και την περισυλλογή, με το κάθε μέλος της κολεκτίβας να βοηθάει τα υπόλοιπα να γεμίσουν τα κενά στα καταπονημένα μνημονικά τους.
Σε ποια σημεία έχει σταθεροποιηθεί το κίνημα; Τι το έχει κάνει να κλιμακωθεί, να διαδοθεί, να επιβιώσει;
Η «σταθεροποίηση» πιθανότατα επιτεύχθηκε στις 5 Αυγούστου, την ημέρα που είχε προταθεί η πρώτη «γενική απεργία». Αν και δεν ήταν με την τυπική έννοια μια γενική απεργία, ουσιαστικά μπλόκαρε μεγάλο μέρος της πόλης για μια ολόκληρη ημέρα. Από πολλές απόψεις ήταν ένα κοσμοϊστορικό γεγονός, τόσο λόγω μεγέθους όσο και επειδή ήταν η πρώτη φορά που προκηρύσσεται μια απεργία για πολιτικούς (και όχι στενά οικονομικούς) λόγους από εργαζόμενους που λειτουργούν εκτός συνδικάτου.
Ταυτόχρονα, παρά το γεγονός ότι τα αστυνομικά τμήματα ήταν περικυκλωμένα –και σε ορισμένες περιπτώσεις δέχτηκαν συνεχείς επιθέσεις, πυρπολήθηκαν ή καταστράφηκαν–, τα γεγονότα εκείνης της ημέρας δεν έχουν να επιδείξουν μεγάλες επιτυχίες στον τομέα των απτών αποτελεσμάτων, ενώ το κράτος παρέμεινε σιωπηλό. Κανένας δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει ότι η ημέρα θα αποδεικνυόταν ένας τόσο μεγάλος θρίαμβος, αφού η λαϊκή εκδίκηση απέναντι στην αστυνομία πήρε τις πιο απροσδόκητες μορφές σε διάφορα σημεία της πόλης. Αυτό όμως ήταν και το σημείο όπου ο κόσμος άρχισε να αισθάνεται ότι είχε κάνει ό,τι περνούσε από το χέρι του για να αναγκάσει την κυβέρνηση να δώσει μια απάντηση, και η ευφορία εκείνης της βραδιάς άρχισε να μετατρέπεται σε αγανάκτηση.
Από τότε, η οργή που στρέφεται κατά της αστυνομίας αποτελεί έναν από τους βασικούς προωθητικούς παράγοντες του κινήματος.
Πολλοί από εσάς θα γνωρίζετε την αχαλίνωτη βιαιότητα της αστυνομίας του Χονγκ Κονγκ και κάθε μέρα τούς δίνεται όλο και πιο πολύ το πράσινο φως να επιδίδονται σε αυτή. Πρόκειται για την ίδια αστυνομική δύναμη που υπερέβη εαυτόν για να μπορέσει να διεκδικήσει τον τίτλο της «καλύτερης στην Ασία» μετά τα επεισόδια στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και μετά από δεκαετίες διαφθοράς. Φυσικά, για πολλούς ήταν τραυματική εμπειρία να απολέσουν την ψευδαίσθηση ότι το Χονγκ Κονγκ είναι μια φιλελεύθερη μητρόπολη στην οποία οι παραγωγοί και οι καταναλωτές μπορούν να συνεχίζουν αδιατάρακτα τη ζωή τους, να απολαμβάνουν την απρόσκοπτη κυκλοφορία απόψεων και εμπορευμάτων. Όμως και οι νέοι απόφοιτοι της αστυνομικής ακαδημίας πρέπει να συμφιλιωθούν με το δικό τους τραύμα, αφού έχουν χάσει κάθε ελπίδα να αποκτήσουν μια ήπια, δίχως εκπλήξεις καριέρα με περιοδικές προαγωγές και μπόνους, απελευθερωμένη από τους κινδύνους της επισφάλειας οι οποίοι χαρακτηρίζουν τα επαγγέλματα στα οποία έχουν πρόσβαση οι άνθρωποι περιορισμένης μόρφωσης.
Δεν νιώθουμε οίκτο για την αστυνομία, αλλά είναι σαφές ότι κίνητρό τους είναι η αγνή και ασυγκράτητη οργή. Αυτή η οργή είναι το κοινό τους σημείο με αυτούς τους οποίους κακοποιούν – η διαφορά, φυσικά, είναι ότι αυτοί έχουν το νόμιμο δικαίωμα και ενθαρρύνονται να το ασκούν. Τρέμουμε όταν σκεφτόμαστε τι διεστραμμένους λόγους, τύπου Full Metal Jacket, θα βγάζουν οι ανώτεροί τους για να τους εμψυχώσουν προτού τους παρατάξουν στις διαδηλώσεις, τι αηδιαστικές συζητήσεις θα κάνουν στις ομάδες δοκίμων στο Whatsapp, τι άλλα μέσα θα χρησιμοποιούν όταν βγάζουν αφρούς και τρώγονται να ανοίξουν το κεφάλι κάποιου διαδηλωτή. Παρόλο που κανένας στην κολεκτίβα μας δεν γνωρίζει στα σίγουρα τι ακριβώς συμβαίνει τώρα μέσα στα αστυνομικά τμήματα όταν σε συλλαμβάνουν, κυκλοφορούν ευρέως αναφορές περί βασανιστηρίων, σεξουαλικής κακοποίησης, ακόμα και φήμες για ομαδικούς βιασμούς διαδηλωτριών.
Στο άλλο στρατόπεδο σχηματίζει κανείς την εντύπωση ότι η οποιαδήποτε κλιμάκωση των τακτικών που έχει λάβει χώρα μετά την 5η Αυγούστου αποτελεί α-ντίδραση στην αυξανόμενη αστυνομική βία ή στους τρόπους με τους οποίους οι ιδιωτικές εταιρείες τη σιγοντάρουν – όπως η εταιρεία που λειτουργεί τον ΣΜΜ, η οποία έχει βγάλει μια περιουσία χτίζοντας εμπορικά κέντρα και διαμερίσματα δίπλα στους σταθμούς του μετρό, ή το Εμπορικό Κέντρο της Νέας Πόλης, ένα συγκρότημα καταστημάτων που για ανεξήγητο λόγο επέτρεψε στις διμοιρίες των ΜΑΤ να εισβάλουν στο εσωτερικό του και να βάψουν με αίμα το δάπεδο ενός από τα αρχαιότερα κέντρα κατανάλωσης της πόλης. Ο αγώνας συχνά προσομοιάζει σε μια βεντέτα μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας.
Την περασμένη εβδομάδα η αστυνομία πολιόρκησε τον σταθμό Πρίγκιπας Εδουάρδος του ΣΜΜ. Μπούκαραν σε ένα βαγόνι του μετρό, άρχισαν να ξυλοκοπούν αδιακρίτως όλους όσοι έμοιαζαν με διαδηλωτές και, αφού μετέτρεψαν τα θύματά τους σε ματωμένες μάζες στο πάτωμα, δεν επέτρεψαν να τους παρασχεθεί ιατρική βοήθεια. Μετέτρεψαν για ολόκληρες ώρες τον σιδηροδρομικό σταθμό σε ένα σφραγισμένο κέντρο συγκέντρωσης, εξαφανίζοντας τρία άτομα τα οποία φημολογείται ότι ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου. Όσο ο πήχης της σύ-γκρουσης συνεχίζει να ανεβαίνει, είναι λογικό το ίδιο να συμβαίνει και με το γαϊτανάκι της αντεκδίκησης. Με τόσους πολλούς ανθρώπους που έχουν κολλήσει με τις ζωντανές αναμεταδόσεις στο διαδίκτυο και έντρομοι παρακολουθούν όσα διαδραματίζονται καθημερινά μπροστά στα μάτια τους –δημοσιογράφοι να χάνουν τα μάτια τους, περαστικοί να προσαγάγονται επειδή αμφισβήτησαν την εξουσία της αστυνομίας– αυτό το κόλλημα με την αστυνομία δύσκολα θα σπάσει, παρόλο που ορισμένα θρεντ στο LIHKG έχουν αρχίσει να παρακινούν τους αγωνιζόμενους να δουν τη μεγάλη εικόνα αντί να εστιάζουν όλες τους τις προσπάθειες σε πράξεις λαϊκής εκδίκησης εναντίον της αστυνομίας. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτές οι πράξεις ενθαρρύνονται από την ίδια την αστυνομία, η οποία χρειάζεται ένα εντυπωσιακό, αναδρομικό άλλοθι για τις ενέργειές της – σε βαθμό που έχουν πιαστεί να μεταμφιέζονται στην πρώτη γραμμή έτσι ώστε να πάνε και να πετάξουν μολότοφ.
Παρόλο που μας είναι δυσάρεστη αυτή η παραδοχή, ο αγώνας θρέφεται από την αστυνομική βία. Αυτό θα πρέπει να το θέσουμε επί τάπητος και να συλλογιστούμε επ’ αυτού.
Για παράδειγμα, στις 11 Αυγούστου, μια νοσηλεύτρια πίσω από την πρώτη γραμμή έχασε το μάτι της από πλαστική σφαίρα. Αυτή δεν ήταν μια τυχαία «παράπλευρη απώλεια» – οι αστυνομικοί στοχεύουν εδώ και κάποιο καιρό τα κεφάλια του κόσμου. Την επόμενη ημέρα έλαβε χώρα μια τεράστια κινητοποίηση στο αεροδρόμιο, ενώ ένα μιμίδιο που απαιτούσε η αστυνομία να επιστρέψει το μάτι έκανε τον γύρο του διαδικτύου και έδωσε ισχυρή συναισθηματική ώθηση για τα γεγονότα του απογεύματος. Εκείνο το απόγευμα οι διαδηλωτές έκαναν «συλλήψεις από πολίτη», έπιασαν δυο άτομα που υποπτεύονταν ότι ήταν πράκτορες του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας και συγκρούστηκαν με τις επίλεκτες διμοιρίες της αστυνομίας του αεροδρομίου.
Για όσο καιρό ο αγώνας συνεχίζει να θρέφεται από τη λαϊκή αγανάκτηση που συνεγείρουν οι αστυνομικές παρεκτροπές, με αίτημα να συρθεί η αστυνομία ενώπιον κάποιου ανώτερου δικαστηρίου –είτε αυτό είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες είτε ο Δυτικός κόσμος είτε τα Ηνωμένα Έθνη–, η ορμή του θα εξαρτάται από τις προκλήσεις της αστυνομίας και θα παραμένει στάσιμο σε εκείνο ακριβώς το σημείο που οι κοινωνικοί αγώνες στο Χονγκ Κονγκ δεν έχουν ξεπεράσει ακόμα: την ηθική αγανάκτηση των πολιτών.
Τι θα συμβεί όταν αδειάσει η δεξαμενή της αστικής κατακραυγής για την τάδε ή τη δείνα αδικία; Είναι απαραίτητο για όσους συμμετέχουν στον αγώνα να τοποθετούν συνεχώς εαυτούς σε ένα ανώτερο ηθικό επίπεδο, νομιμοποιώντας την παράνομη δράση τους ως αντίδραση στις κρατικές ακρότητες; Πώς μπορούν να πάρουν την πρωτοβουλία των κινήσεων, να βγουν στην επίθεση; Αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως να χτυπάνε πρώτοι με τη σωματική έννοια, αλλά ένα «γίγνεσθαι-ενεργοί» με την έννοια που το χρησιμοποιούσε ο Νίτσε, να απαλλαγούν από τη «νοοτροπία του σκλάβου» και της εξάρτησης –και γοήτευσης– από τον εχθρό.
Το σκάνδαλο της αστυνομικής βίας έχει πολώσει την πόλη σε τέτοιο βαθμό που ολόκληρες γειτονιές έχουν βγει να υποστηρίξουν τους μαυροντυμένους διαδηλωτές με αντιασφυξιογόνες μάσκες που συγκεντρώνονται έξω από τα αστυνομικά τμήματα διαφόρων γειτονιών. Το πιο γνωστό από αυτά τα γεγονότα έλαβε χώρα στο Γουόνγκ Τάι Σιν και στο Κβάι Τσανγκ όπου εκατοντάδες άνθρωποι κατέβηκαν από τα σπίτια τους φορώντας σορτς και σαγιονάρες για να επιπλήξουν την αστυνομία και εκνεύρισαν τόσο πολύ έναν αστυνομικό που έφτασε στο σημείο να απειλήσει με ένα γεμάτο τουφέκι άοπλους θειούς και θειές. Η αστυνομική βία έχει επίσης λειτουργήσει ως πυρήνας γύρω από τον οποίο έχουν οργανωθεί διάφορες πρωτοβουλίες γειτονιάς. Για παράδειγμα, σε μια προσπάθεια να καταπολεμηθεί η παραπληροφόρηση που καλλιεργούν τα καθεστωτικά μέσα ενημέρωσης, ομάδες ατόμων έχουν διοργανώσει προβολές σε δημόσιους χώρους έτσι ώστε να μπορέσει ο κόσμος να δει βίντεο με όσα έχουν πραγματικά συμβεί∙ παρομοίως, ο χώρος δίπλα στο γκισέ πληροφοριών του Νέου Εμπορικού Κέντρου έχει μεταμορφωθεί σε γραφείο αντιπληροφόρησης, στελεχωμένο από διαδηλωτές οι οποίοι είναι μονίμως διαθέσιμοι για κουβέντα με τους περαστικούς. Εντωμεταξύ, οι «Τοίχοι Λένον» που έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε κάθε γειτονιά, συνήθως γύρω από λαϊκές πολυκατοικίες, πέρα από σημεία θανάσιμης σύγκρουσης και δολοφονικής μανίας, έχουν μετατραπεί σε τόπους χαράς∙ όσο κοινότοπα κι αν είναι όσα αναρτώνται εκεί, η υπεράσπιση των γεμάτων post-it τοίχων έχει καταστεί αναγκαία εξαιτίας των εμπρηστών που εμφανίζονται στη μέση της νύχτας και των τραμπούκων που κραδαίνουν μαχαίρια απειλητικά. Αυτές οι πρωτοβουλίες γειτονιάς είναι σπουδαίες και αξιόλογες. Μπορεί και να υποδεικνύουν έναν δρόμο ξεπεράσματος των αδιεξόδων του παρόντος που ίσως να εκτείνεται μέχρι ένα νεφελώδες κοινό μέλλον.
Αυτό μάς φέρνει στο τελευταίο μας σημείο όσον αφορά την ερώτηση τι κάνει το κίνημα να επιβιώνει. Αυτό που εκπλήσσει τους φίλους μας που έρχονται να επισκεφθούν το Χονγκ Κονγκ από αλλού είναι η ενότητα και η ομοφωνία του κινήματος, κάτι που σημαίνει ότι εξεγερμένοι όλων των ειδών, ιδεολογικών αποχρώσεων και καταβολών συνεργάζονται σε συγκεκριμένες ενέργειες αντί να καβγαδίζουν για λεπτομέρειες ιδεολογικής φύσης. Η προσκόλληση σε αυτή την ομοφωνία είναι σχεδόν θρησκευτική, υπάρχει ένα μάντρα που επαναλαμβάνεται ad nauseam στα φόρουμ μηνυμάτων όποτε προκύπτει μια διαμάχη η οποία θα μπορούσε να τη θέσει σε κίνδυνο. Η σημασία αυτής της αλληλεγγύης στα μάτια όλων, αυτής της συναίνεσης που διατηρεί τη μάζα ενωμένη απέναντι στις συνεχείς προσπάθειες του κράτους να εκμεταλλευτεί τις τακτικές διαφωνίες στο εσωτερικό του αγώνα, συνοψίζεται σε μια ξεκαρδιστική υπερβολή: «Δεν θα αφορίσω κανέναν που συμμετέχει στον αγώνα, ακόμα κι αν αποφασίσει να πυροδοτήσει μια πυρηνική βόμβα». Το χάσμα μεταξύ πασιφιστών και εξεγερμένων που πετάνε μολότοφ συνεχίζει να είναι βαθύ, αλλά αυτοί δεν είναι αποκρυσταλλωμένοι ρόλοι. Την ώρα που οι τάξεις αυτών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή συνεχίζουν να αποδεκατίζονται λόγω των μαζικών συλλήψεων, ορισμένοι, που μέχρι πριν λίγες εβδομάδες παρέμεναν θεατές, γεμίζουν τώρα το κενό αυτό. Τα φόρουμ μηνυμάτων και τα κανάλια του Telegram προσφέρουν και στις δυο πλευρές δίκτυα επικοινωνίας για να ανταλλάξουν σκέψεις και ανάδραση μετά από κάθε επεισόδιο του αγώνα. Αυτό είναι από πολλές απόψεις έξοχο∙ είναι αναμφισβήτητα ένα υπέροχο επίτευγμα που έχει διαρκέσει πάρα πολύ και λογικά θα διαρκέσει για πολύ καιρό ακόμα.
Ταυτοχρόνως, η διατήρηση αυτής της ομοφωνίας συγκαλύπτει τα συστημικά προβλήματα του κινήματος και απαγορεύει στους ανθρώπους να τα αξιολογήσουν, κάτι το οποίο θα διασαφηνίσουμε περαιτέρω στη συνέχεια αυτής της συνέντευξης. Είναι απαραίτητο, αδιαμφισβήτητα, να διατηρήσουμε ψηλά το ηθικό του λαού σε ένα μαζικό κίνημα, να φροντίζουμε συνεχώς το συναισθηματικό κλίμα του αγώνα, να ενθαρρύνουμε ο ένας τον άλλο σε στιγμές αναταραχής και απελπισίας. Όταν όμως αυτή η θετική ατμόσφαιρα καλύπτει μια αποστροφή στη διαφορετικότητα, στην απόκλιση και στην αντιλογία, από φόβο ότι θα αποξενώσει τον κόσμο και θα ελαττώσει την προσέλευσή του στις διαδηλώσεις, η θετικότητα αρχίζει να γίνεται ίδια και απαράλλαχτη με την παράνοια – και ουσιαστικά εκμηδενίζεται η μοναδικότητα του κάθε ατόμου που είναι παρόν, μετατρέπονται όλοι σε σκέτα σώματα που στέκονται δίπλα σε άλλα σώματα σε μαζική κλίμακα.
Αυτή η ατμόσφαιρα καθιστά δύσκολο να εκφράσουμε μια κριτική, ειδικά για εξαιρετικά αμφιλεγόμενα φαινόμενα όπως η ύψωση αμερικανικών ή αποικιακών σημαιών. Στη διάρκεια του αγώνα η αρχή της φιλελεύθερης ανοχής έχει εργαλειοποιηθεί με πρωτοφανή τρόπο – αδέρφια, έχετε τη γνώμη σας κι εγώ τη δική μου, όλοι σεβόμαστε το δικαίωμα του άλλου να έχει αντίθετη γνώμη, εφόσον αυτή δεν απειλεί να δημιουργήσει ανταγωνισμούς μεταξύ μας. Το γεγονός ότι αυτό έχει λειτουργήσει μέχρι στιγμής δεν αποτελεί απόδειξη ότι είναι κάτι υγιές για το μέλλον των κοινωνικών αγώνων στο Χονγκ Κονγκ. Αυτό το είδος κουλτούρας προσποιείται ότι δεν περιθωριοποιεί κανέναν, ενώ ουσιαστικά περιθωριοποιεί τους πάντες, εξαιρώντας τους πάντες από το να ασχοληθούν με ζητήματα που μπορεί να είναι επώδυνα, ανησυχητικά ή αγχωτικά, τα οποία απαιτούν από εμάς να καταδυθούμε σε αυτά και να έρθουμε ενώπιος ενωπίω με τις συνθήκες που μας οριοθετούν ως υποκείμενα. Για να το κάνουμε αυτό θα πρέπει να ξεπεράσουμε το τραύμα των πρόσφατων γεγονότων και να αντιμετωπίσουμε ένα τραύμα πολύ μεγαλύτερης εμβέλειας – την «τάξη» στην αναπαραγωγή της οποίας συμμετέχουμε σε διαρκή βάση.
Στο κάτω-κάτω, είναι αυτή η «τάξη» που καθιστά ορισμένους ανθρώπους αόρατους. Για παράδειγμα, λίγοι είναι εκείνοι που έκατσαν να σκεφτούν την άθλια κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι αλλοδαπές οικιακές βοηθοί τους τελευταίους μήνες. Κανονικά, κάθε Κυριακή, αυτές οι γυναίκες συναθροίζονταν μαζικά σε δημόσιους χώρους μεγάλων συνοικιών, όπως το Σέντραλ, ο Κόλπος Κόζουεϊ, το Μονγκ Κοκ και το Γουέν Λονγκ, που όλες τους έχουν μετατραπεί σε πεδία μάχης κατά τις πρόσφατες συγκρούσεις. Καθώς δεν διαθέτουν πρόσβαση στους χάρτες που μεταβάλλονται σε πραγματικό χρόνο, πολύ συχνά δεν έχουν προειδοποιηθεί όταν οι χώροι αυτοί πλημμυρίζουν δακρυγόνα. Συνεπώς αναγκάζονται να μεταφερθούν κάπου αλλού στη μοναδική ελεύθερή τους ημέρα.3 Αυτό θα ήταν μια δυσάρεστη αλλά αποδεκτή συνέπεια του αγώνα, εφόσον όμως οι διαδηλωτές έκαναν κάποιου είδους προσπάθεια να το αναγνωρίσουν και να εκφράσουν τη συμπόνια τους για αυτές.
Κανονικά, η συνθήκη των οικιακών βοηθών περνάει απαρατήρητη, παρά το γεγονός ότι τόσες πολλές οικογένειες στην πόλη τις μισθώνουν∙ σχεδόν κανένας δεν αναδεικνύει τις θαρραλέες, παρατεταμένες διαμαρτυρίες που διοργανώνουν μέσω των ανεξάρτητων συνδικάτων τους ενάντια στους διακανονισμούς μεταξύ των κυβερνήσεών τους, των πρακτορείων τους και του τμήματος εργασίας της πόλης αυτής. Η ενεργή τους υποστήριξη των τοπικών κοινωνικών αγώνων και η διαισθητική κατανόηση που δείχνουν απέναντι σε αυτούς περνάνε απαρατήρητες. Ταυτοχρόνως, οι συμμετέχοντες στο κίνημα κατά του νόμου περί έκδοσης υπόπτων κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να κερδίσουν τη συμπάθεια των νομοταγών πολιτών του «ελεύθερου κόσμου», δαπανώντας χρόνο για να εξηγήσουν την άθλια κατάσταση του Χονγκ Κονγκ σε τουρίστες που καταφθάνουν στο αεροδρόμιο.
Αυτό είναι ένα τυφλό σημείο του αγώνα μέχρι τώρα. Επειδή μέχρι πρότινος δεν είχε εξεταστεί, πρόσφατα είχαμε σαν επιστέγασμα μια γκροτέσκα και ασυγχώρητη εκστρατεία ενάντια στις μετανάστριες οικιακές βοηθούς που κάθονται στους δημόσιους χώρους όπου έχουν λάβει χώρα συγκρούσεις. Για ολόκληρες βδομάδες έκαναν την εμφάνισή τους θρεντ στο LIHKG που ρωτούσαν γιατί επιτρεπόταν στις μετανάστριες εργάτριες να συναθροίζονται και να κάνουν πικνίκ στον δρόμο, την ώρα που οι διαδηλωτές συλλαμβάνονταν και βασανίζονταν επειδή συμμετείχαν σε «παράνομες συγκεντρώσεις». Ο σκωπτικός αυτός τόνος δεν κατάφερε να αποκρύψει τις αποκρουστικές συνέπειες του περιεχομένου τους. Γιατί δυο μέτρα και δυο σταθμά, ρωτούσαν αυτοί που έκαναν τις αναρτήσεις – δεν θα πρέπει να εξαναγκάσουμε αυτές τις αμέριμνες θείτσες που τραγουδάνε καραόκε και διασκεδάζουν, ενώ οι διαδηλωτές διακινδυνεύουν τη ζωή τους να κατανοήσουν σε τι πόλη ζουν; Γιατί αρνούνται σε εμάς την άδεια να διαμαρτυρηθούμε, ενώ εκείνες μπορούν να κάνουν πάρτι στον δρόμο χωρίς να πρέπει να καταθέσουν κανένα αίτημα σε κάποιο κυβερνητικό γραφείο;
Όλες αυτές οι αηδίες έφτασαν στο απόγειό τους πριν από λίγες μέρες, όταν κάποιοι τελείως ηλίθιοι άρχισαν να κολλάνε αυτοκόλλητα σε δρόμους και γέφυρες που έλεγαν ότι οι αλλοδαπές οικιακές βοηθοί δεν είναι ευπρόσδεκτες να κάθονται σε δημόσιους χώρους χωρίς άδεια. Αυτά τα αηδιαστικά αυτοκόλλητα αντιπροσωπεύουν το τραγικά χαμηλό επίπεδο στο οποίο έχουν φτάσει οι προσπάθειες των διαδηλωτών να επικοινωνήσουν με τον διόλου ευκαταφρόνητο πληθυσμό των μεταναστριών εργατριών, ενώ ταυτοχρόνως κανείς δεν έχει αφιερώσει χρόνο να αναλογιστεί και να προβληματιστεί πάνω στην άθλια κατάσταση αυτών των γυναικών. Αυτοί που έφτιαξαν και κόλλησαν τα αυτοκόλλητα ομολογουμένως δεν θα πρέπει να θεωρούνται αντιπροσωπευτικό κομμάτι ολόκληρου του κινήματος, αλλά παράλληλα κανείς δεν βγήκε να τους καταδικάσει δημοσίως.
Η «τάξη» που χαρακτηρίζει την καθημερινότητα στην κοινωνία μας αναπαράγει επίσης την ολέθρια σεξιστική κουλτούρα η οποία έχει επανειλημμένως δείξει το άσχημο πρόσωπό της μέσα στο κίνημα. Κάποιοι διαδηλωτές έχουν ξεθάψει το προφίλ γυναικών αστυνομικών στο Instagram και τις έχουν αποκαλέσει πουτάνες τις οποίες θα ήθελαν να βιάσουν∙ οι διαδηλωτές σαρκάζουν τους αστυνομικούς υποδηλώνοντας ότι οι γυναίκες τους ξενοπηδιούνται ενώ εκείνοι κάθονται και ρίχνουν δακρυγόνα στον κόσμο μες στη νύχτα∙ θερμόαιμοι και επιδειξιομανείς άντρες διαδηλωτές αποτρέπουν τις γυναίκες από το να στέκονται στην πρώτη γραμμή ή κάνουν έκκληση στα φόρουμ μηνυμάτων να «προστατεύσουν τις γυναίκες τους» από το να συλληφθούν και να βιαστούν από τις αστυνομικές δυνάμεις. Όταν άρχισαν να κυκλοφορούν για πρώτη φορά φήμες περί σεξουαλικής κακοποίησης και πιθανών βιασμών στα αστυνομικά τμήματα, και κάποιες γυναίκες στο LIHKG διατύπωσαν την ιδέα διοργάνωσης γυναικείων πορειών, οι άνδρες άρχισαν να πανικοβάλλονται επειδή ανησυχούσαν μήπως οι γυναίκες θελήσουν να κάνουν δικές τους πορείες χωρίς την προστασία των ανδρών. Αυτό οδήγησε στο γελοίο θέαμα ανδρών οι οποίοι ορκίζονταν ότι ακόμα και αν δεν τους επιτρεπόταν να πορευτούν δίπλα στις αδερφές τους, θα στέκονταν πλήρως εξοπλισμένοι πίσω από την πορεία, έτοιμοι να τις υπερασπιστούν μέχρι τέλους. Αυτή ήταν η αντίληψή τους περί αγωνιστικότητας.
Δεν κάνουμε αναφορά σε όλα αυτά για να προαγάγουμε την εξάπλωση της «κουλτούρας της ματαίωσης», η οποία πολύ συχνά καταλήγει σε φαρισαϊκές διαφωνίες, ηθικές ρητορείες και στη διαιώνιση της κοινωνικής διαστρωμάτωσης, τίποτα από τα οποία δεν συμβάλλει στην τροποποίηση των κοινωνικών σχέσεων στις οποίες είμαστε όλοι μπλεγμένοι. Αντιθέτως, θέλουμε να αναγνωρίσουμε το μπλέξιμο στο οποίο βρισκόμαστε και το γεγονός ότι αυτό το μπλέξιμο είναι πολύ πιο περίπλοκο από το απλουστευτικό αφήγημα ενός καταπιεσμένου, θυματοποιημένου λαού που έχει στριμωχτεί στη γωνία από μια αδίστακτη, «κομμουνιστική» φονική μηχανή.
Για όσο καιρό η εξέταση των ζητημάτων αυτών αντιμετωπίζεται ως περιφερειακή ή αποθαρρυντική, στη βάση του ότι η πιο πιεστική αναγκαιότητα είναι να συντριφτεί το Μεγάλο Τέρας της Κίνας, θα βλέπουμε μικρή μόνο πρόοδο στην επίτευξη του εκφρασμένου σκοπού του κινήματος, «της απελευθέρωσης του Χονγκ Κονγκ».
Όταν επικοινωνήσαμε τον Ιούνιο, μας περιγράψατε μια ατελή νέα κοινωνική ορμή, ένα είδος ακέφαλου εθνικιστικού λαϊκισμού που αναδυόταν από τις αποτυχίες των παλιών πασιφιστικών, δημοκρατικών και κοινοβουλευτικών κινημάτων. Έχουν αναδυθεί ήδη νέοι ηγέτες, νέα αφηγήματα, νέες εσωτερικές δομές ελέγχου; Έχουν διανοιχθεί νέα πλαίσια ή ορίζοντες σχετικά με αυτά για τα οποία αγωνίζεται ή μπορεί να ονειρευτεί –πέρα από τον εθνική κυριαρχία– ο λαός;
Όχι, τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει δραματικά από την τελευταία φορά που μιλήσαμε. Η γενική αίσθηση είναι ότι αυτοί που συμμετέχουν στο κίνημα πρέπει να μιλούν με μια ομόφωνη, συλλογική και συναινετική φωνή, σε αντίθεση με μια πολλαπλότητα διαφορετικών και πιθανά διαφωνούντων φωνών.
Στις ομάδες του Telegram και στα φόρουμ μηνυμάτων μπορεί κανείς να συνα-ντήσει περιστασιακές φωνές που κάνουν έκκληση για την ανεξαρτησία του Χονγκ Κονγκ∙ αν και δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι αυτή η επιθυμία ενυπάρχει σιωπηρά σε πολλούς από τους συμμετέχοντες στον αγώνα, συχνά τους βάζουν τις φωνές, από φόβο μήπως το κίνημα χάσει την επαφή του με την άμεση ατζέντα (τα πέντε αιτήματα) και από μια γενική επιφυλακτικότητα απέναντι στους κινδύνους που συνεπάγεται η έκφραση αυτής της επιθυμίας – καθώς οι πολιτικοί του κατεστημένου έχουν επανειλημμένως διαβεβαιώσει ότι αυτός ο αγώνας δεν «αφορά» πραγματικά τα πέντε αιτήματα, αλλά είναι στην πραγματικότητα μια «έγχρωμη επανάσταση», οργανωμένη από ξένες δυνάμεις και αποσχιστές, και ο κινεζικός Τύπος έχει κατ’ επανάληψη αναπαραγάγει αυτό το αφήγημα. Επιπρο- σθέτως, ισχύει ότι για πολλούς από αυτούς που διασχίζουν τα σύνορα λόγω εργασίας ή για προσωπικούς λόγους η ανεξαρτησία του Χονγκ Κονγκ δεν θα ήταν μια καλοδεχούμενη εξέλιξη. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που απλώς θέλουν να δουν τη διάταξη «μια χώρα, δυο συστήματα», όπως αυτή καταγράφηκε στον Βασικό Νόμο, να τηρείται και να εφαρμόζεται.
Για χάρη των ξένων φίλων που δεν γνωρίζουν το πολιτικό και πολιτιστικό κλίμα εδώ, θα πρέπει να τονίσουμε ότι –τουλάχιστον κατά τη δική μας εκτίμηση– οι φήμες για την επικείμενη κατάρρευση του φιλελευθερισμού ως πολιτικής κουλτούρας είναι ανυπόστατες, τουλάχιστον όσον αφορά το Χονγκ Κονγκ. Θα φτάναμε μέχρι του σημείου να δηλώσουμε ότι η λογική του φιλελευθερισμού, ιδωμένη ως μια μορφή διαισθητικής «κοινής λογικής», μπορεί να είναι ισχυρότερη εδώ απ’ ό,τι οπουδήποτε αλλού στον κόσμο. Μεγάλο μέρος αυτού έχει να κάνει με το πλαίσιο που αναπτύξαμε στην προηγούμενή μας συνέντευξη, με το γεγονός ότι αυτή η πόλη χτίστηκε από πρόσφυγες από την κομμουνιστική Κίνα. Το ακόλουθο ανέκδοτο φωτίζει τους τρόπους με τους οποίους αυτή η συνθήκη δεν είναι απλώς ενδημική στο Χονγκ Κονγκ, αλλά είναι κοινή και με τους συγγενείς στην ηπειρωτική χώρα.
Σε ένα πάνελ πάνω στο θέμα της τέχνης και της πολιτικής που έλαβε χώρα πριν από μερικά χρόνια, ένας από εμάς συμμετείχε σε μια συζήτηση με έναν αγαπημένο φίλο από ένα κέντρο του πανκ ροκ στην Κίνα, όπου βρίσκεται σε εξέλιξη η αντίσταση κατά του εξευγενισμού και της οικοδόμησης «οικολογικών θεματικών πάρκων». Μετά την εκδήλωση και ενώ μιλούσαμε μέχρι αργά τη νύχτα πίνοντας και καπνίζοντας μπάφους, αυτός ο φίλος άρχισε να αναλύει τις δυσκολίες που ανακύπτουν όταν μιλάει κανείς για την αναρχία στην Κίνα. Όπως ξεκαθάρισε τόσο εύγλωττα ο Μάο στο Κόκκινο Βιβλίο και στα δοκίμιά του, το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι η αναρχική δύναμη, η «συντακτική εξουσία» που υπερβαίνει και επιβάλλει το τόξο (arche) όπως αυτή θεωρεί σωστό, θεσμοποιώντας μια μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης στο όνομα της επανάστασης∙ συνεπώς, η καθημερινή ζωή στην Κίνα είναι «αναρχική» σε κοσμικό επίπεδο. Αυτό σημαίνει – όταν οι σύντροφοι στη Δύση αναφέρονται σε «χρήση» (με την έννοια που χρησιμοποιεί τον όρο ο Αγκάμπεν στο Η χρήση των σωμάτων), όταν μιλάνε για την κατάληψη πλατειών, τη διοργάνωση πάρτι στους δρόμους και τα λοιπά, στην Κίνα αυτός ο όρος χάνει τη σημασία του όταν μια τέτοια «χρήση» των δρόμων και των δημόσιων διαβάσεων σε διάφορες περιοχές της χώρας αποτελεί καθημερινό φαινόμενο, καθώς δεν υπάρχουν παγιωμένα πρωτόκολλα που να διακρίνουν την ορθή χρήση του «δημόσιου χώρου» από μια έκτακτη χρήση του.
Η κινεζική αστυνομία έχει την άδεια να ενεργεί εκτός της επαγγελματικής της δικαιοδοσίας, να φέρεται με τρόπους που θα ήταν αδιανόητοι σε οποιοδήποτε άλλο μέρος. Για παράδειγμα, μέχρι πρόσφατα οι φίλοι μας στο προαναφερθέν μέρος της Κίνας είχαν στήσει έναν κοινωνικό χώρο όπου φιλοξενούνταν πολιτιστικά δρώμενα τα οποία μπορούσαν να παρακολουθήσουν οι κάτοικοι των χωριών της γύρω περιοχής. Αυτός ο χώρος ήταν ανοιχτός σε οποιονδήποτε ήθελε να πάει εκεί, οι πόρτες ήταν πάντα ξεκλείδωτες∙ πλάνητες και άστεγοι σκόνταφταν συχνά πάνω του και έμεναν εκεί για μέρες ή και εβδομάδες. Αυτό σήμαινε επίσης ότι αστυνομικοί με πολιτικά έμπαιναν στον χώρο όταν ήταν «εκτός υπηρεσίας», προσφέροντας ως δώρα αμερικανικά τσιγάρα, αλκοόλ και προθυμοποιούνταν να διαθέσουν το μεταφορικό τους μέσο για να πάνε στην πόλη όποιον το ήθελε. Έτσι είχαν γίνει φίλοι με τους κατοίκους του χώρου, ενώ έκαναν σαφές ότι η αστυνομία είχε πλήρη συναίσθηση του γεγονότος ότι οι συμμετέχοντες ήταν ενάντιοι στον εξευγενισμό της περιοχής. «Είμαστε φίλοι – δεν θα κάνεις κουταμάρες που θα χαλάσουν τη φιλία μας, έτσι;» Οι ίδιοι αστυνομικοί έκαναν το ίδιο και με τους κατοίκους των χωριών της περιοχής, πηγαίνοντας απρόσκλητοι για τσάι στα σπίτια των κατοίκων και γεμίζοντάς τους δώρα ενώ τους υπενθύμιζαν με ήπιο τρόπο ότι καλά θα έκαναν να μην επισκέπτονται εκείνον τον χώρο στον λόφο και ότι μπορεί να γίνονταν personae non gratae, αν συγχρωτίζονταν με τους τύπους που ζούσαν εκεί. Μια φρικιαστική κατάσταση, όπως είναι φυσικό. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, στις οποίες ο καθένας εξαναγκάζεται να ζει σε μια μόνιμη κατάσταση εξαίρεσης, παγιδευμένος σε περίτεχνα δίκτυα επίσημης και ανεπίσημης επιτήρησης, ο φίλος μας μάς είπε ότι για πολλούς ανθρώπους ο φιλελευθερισμός –το κράτος δικαίου, ένας νόμος που θα θεσμοποιούσε την ατομική ιδιοκτησία και τα δέοντα όρια τα οποία φαντάζονται ότι θα προστατεύουν το άτομο από την κρατική εξουσία– φάνταζε ως το πιο ριζοσπαστικό πράγμα που υπήρχε στον κόσμο.
Όταν οι φίλοι μας ρωτούν γιατί η «αντικαπιταλιστική» συζήτηση και ρητορική φαντάζουν τόσο αλλόκοτες στους κατοίκους του Χονγκ Κονγκ, οφείλουμε να απαντήσουμε ότι αυτό αποτελεί σε μεγάλο βαθμό ζήτημα πλαισίου και περιστάσεων. Για τους κατοίκους του Χονγκ Κονγκ καπιταλισμός σημαίνει επιχειρηματικότητα, πρωτοβουλία και αυτάρκεια, τις οποίες αντιπαραβάλλουν στον διεφθαρμένο νεποτισμό του Κόμματος και στους μεγιστάνες και τους πολιτικά-ντηδες του Χονγκ Κονγκ που έχουν κερδίσει την εύνοια του καρτέλ αυτού. Πέρα από τον «καπιταλισμό» ωστόσο, συναντάμε την ιερότητα του νόμου, η οποία παραμένει ο ανυπέρβλητος ορίζοντας πίσω από τον οποίο δεν έχει ακόμα φτάσει ο κοινωνικός αγώνας. Ναι, όλος ο κόσμος γίνεται συνεχώς μάρτυρας των ηρωικών κατορθωμάτων στα οποία προβαίνουν κάθε ημέρα οι μαυροντυμένοι νέοι –μετατρέπουν σε ερείπια τις βιτρίνες και τα μηχανήματα στους σταθμούς του μετρό, ισοπεδώνουν αστυνομικά τμήματα και άλλα παρόμοια–, αλλά υφίσταται ακόμα μια υποβόσκουσα πίστη ότι όλα αυτά γίνονται στο όνομα της προάσπισης του κράτους δικαίου και των θεσμών που συγκεκριμένοι αξιωματούχοι έχουν προδώσει.
Υπό αυτό το πρίσμα, όλες αυτές οι παράνομες ενέργειες μπορούν να γίνουν κατανοητές ως ένα μέσο υπενθύμισης στις Αρχές ότι τους έχει αφαιρεθεί η «ε-ντολή του ουρανού». Παρόλο που μπορεί να φανεί «μυθολογικό» ότι χρησιμοποιούμε μια αρχαϊκή μεταφορά για να περιγράψουμε τα τρέχοντα γεγονότα, ως εάν να μιλούσαμε για ένα «συλλογικό χιλιαστικό κινεζικό υποσυνείδητο» που έχει διατηρηθεί από τις αρχαίες δυναστείες μέχρι το παρόν, παραμένει ταιριαστό γιατί όλα μάς οδηγούν να πιστέψουμε ότι συνεχίζουμε να ζούμε σε μυθικούς καιρούς. Πώς αλλιώς μπορούμε να εξηγήσουμε τις συνεχείς εκκλήσεις προς τους αυλικούς της «διεθνούς κοινότητας», χρησιμοποιώντας τα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης σαν δικαστήριο μέσω του οποίου ελπίζουμε να μας παραχωρηθεί μια ακρόαση με τον αυτοκράτορα – δηλαδή τις Ηνωμένες Πολιτείες; Υπάρχει ακόμα η πίστη ότι στο δικαστήριο ανωτάτου βαθμού η εγκληματικότητα των ανυπάκουων κρατών που μας κυβερνούν μπορεί να συρθεί στη δικαιοσύνη και να τιμωρηθεί, στο όνομα των στοιχειωδών φυσικών δικαιωμάτων που έχουν καταπατηθεί στο φως της ημέρας. Κάπου, πιστεύουμε, ακόμα κι αν είναι μονάχα μες στις καρδιές των τίμιων, ορθά σκεπτόμενων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, υπάρχει ένα αίσθημα αλληλεγγύης στο πλαίσιο ενός αρχέγονου και υπερβατικού νόμου, και η δικαιοσύνη θα απονεμηθεί, η δικαιοσύνη θα κατέλθει από τον ουρανό.
Στην πραγματικότητα είναι όλα απελπιστικά καντιανά. Οι αποτυχίες της τοπικής αστυνομίας δεν συμβάλλουν καθόλου στη δυσφήμηση της Έννοιας της Αστυνομίας, η οποία θα καταφθάσει κάποια μεσσιανική ημέρα.
Έτσι, το ερώτημα που το κίνημα έχει θέσει στον εαυτό του μοιάζει να είναι το εξής: τι θα χρειαζόταν για να στήσουμε μια υπόθεση η οποία θα ανάγκαζε την αστυνομία να ενεργήσει; Πώς θα πείσουμε τους δικαστές ότι αυτή η κρίση θα πρέπει να μπει πρώτη στη λίστα των προτεραιοτήτων τους; Να ’μαστε, συλλέγουμε και αρχειοθετούμε αποδείξεις με τα ίδια μας τα σώματα, συσσωρεύουμε αλληλοκατηγορίες και καταγγελίες από όλες τις πλευρές στην έρευνά μας πάνω σε ένα αποτυχημένο κράτος, επιστρατεύοντας influencers απ’ όλο τον κόσμο για να μιλήσουν εκ μέρους μας, με την ελπίδα ότι όλο αυτό το αίμα θα ξεπληρωθεί με τις ποινικές διώξεις και τη νόμιμη αντεκδίκηση. Όταν η κοινωνική ανυπακοή κλιμακώνεται με φθορές περιουσιών, οδομαχίες, καταλήψεις αεροδρομίων και γενικές απεργίες μόνο και μόνο για να συναντήσει την κρατική αδιαφορία, τότε η λαϊκή φαντασία αρχίζει να επινοεί τρόπους για να επισπεύσει την απόλυτη καταστροφή, την άφιξη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού στο Χονγκ Κονγκ, ένα γεγονός που πολλοί αναμένουν πως θα αποτελέσει τον καταλύτη για μια διεθνή επέμβαση. Τότε είναι σίγουρο ότι η αστυνομία δεν θα μπορεί πια να μας αγνοεί, έτσι;
Αυτή είναι η θεωρία της «αποκαλυπτικής καταστροφής» που έχει αρχίσει να διαδίδεται στο LIHKG και αλλού, η υιοθέτηση της «κοινής κατάρρευσης», μια φαντασίωση του τύπου «ας καούμε όλοι μαζί» κατά την οποία οι διαδηλωτές φαντάζονται ότι η πόλη θα ρουφηχτεί από την άβυσσο, αναμένοντας τις διεθνείς κυρώσεις σε ένα Κομμουνιστικό Κόμμα που έχει πάθει αμόκ. Σε αυτό το υποθετικό σενάριο, ως συνέπεια μιας διάδοσης των ταραχών του Χονγκ Κονγκ στην ηπειρωτική χώρα σε κάποιου τύπου παραλλαγή της Αραβικής Άνοιξης, η Κίνα –κλονισμένη από την πίεση του όλο και στενότερου εμπάργκο στο διεθνές εμπόριο– βαλκανοποιείται και διασπάται σε μια σειρά από περιοχές, με την καθεμία να αναγνωρίζεται επισήμως και νομικώς ως ανεξάρτητη (όπως η Φουτσιάν, η Γουχάν, η Σιντζιάνγκ) παράλληλα με ένα δημοκρατικό Χονγκ Κονγκ, το οποίο μπορεί να σχηματίσει κράτος μαζί με την Κουανγκτσόου (Καντόνα).
Την ώρα που οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης παραμένουν ανεξερεύνητες –για παράδειγμα το γεγονός ότι αυτές οι «αυτόνομες» περιοχές ούτως ή άλλως θα διαφεντεύονταν από κομματικούς απαρατσίκ–, αυτή η υποθετική προοπτική είναι ευπρόσδεκτη από μια άποψη. Αν όχι για κάποιον άλλο λόγο, επειδή αντιπροσωπεύει μια απόπειρα συμφιλίωσης με ένα μέλλον που θα μπορούσε να είναι τελείως διαφορετικό από εκείνο στο οποίο έχουμε συνηθίσει στους καιρούς της αφθονίας – ένα μέλλον όπου το διαδίκτυο θα έχει μπλοκαριστεί, όπου θα πρέπει να εργαζόμαστε συλλογικά για να εξασφαλίσουμε τροφή, νερό και ηλεκτρικό ρεύμα, με αυτά τα ζητήματα να εγείρονται επιτακτικά καθώς ο κόσμος μας συνεχίζει να καταρρέει και η οικολογική καταστροφή καραδοκεί δυσοίωνο στο μέλλον.
Για κάποιους άλλους η φανταστική καταστροφή θεωρείται ως ένα μέσο με το οποίο το Χονγκ Κονγκ θα πάρει ξανά τη θέση που του αξίζει ανάμεσα στις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου, κάτι που υποδηλώνει και το πιο δημοφιλές σύνθημα του αγώνα: «Η επιστροφή του Χονγκ Κονγκ στη δόξα, η επανάσταση της εποχής μας». Η «δόξα» στην οποία αναφέρεται το σύνθημα είναι μια φαντασίωση αγνότητας που ανάγεται στην περίοδο πριν από το προπατορικό αμάρτημα – το Χονγκ Κονγκ της σκληρής δουλειάς, της ατομικής πρωτοβουλίας του τίμιου, καινοτόμου κοινού ανθρώπου η ζωή του οποίου είναι άσπιλη από τις μεθοδεύσεις της πολιτικής με Π κεφαλαίο.
Χωρίς να υπάρχει κάτι κακό στο να υποθέτουμε μια κατάσταση κοινής καταστροφής, γιατί δεν μπορούμε επίσης να σκεφτούμε πώς να δημιουργήσουμε μια υλική βάση για την κοινή ακμή και ευημερία όλων μας; Και τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό το «κοινή», ποιους περιλαμβάνει τη στιγμή που όσοι κατά παράδοση αποκλείουμε από αυτή την εικόνα –τις εθνικές μειονότητες και τα παιδιά δεύτερης γενιάς, τις μετανάστριες οικιακές βοηθούς, τους νέους μετανάστες από την Κίνα και τους κατοίκους της ηπειρωτικής χώρας που αναμένουν το δικαίωμα για μετοίκηση– επηρεάζουν το μέλλον της πόλης; Γιατί πιστεύουμε ότι αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να μετατεθούν μέχρι να εκλεγεί μια κυβέρνηση που να μπορεί να τα απαντήσει, όταν υπάρχουν τόσες πολλές στιγμές αυτονομίας σε αυτόν τον αγώνα που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως βάση πάνω στην οποία μθα διεξαχθούν αυτές οι συζητήσεις εδώ και τώρα;
Μετά από σχεδόν τρεις μήνες ταραχών, ποιες είναι οι στοχεύσεις και οι στρατηγικές –εκπεφρασμένες ή υπονοούμενες– των διαφόρων τάσεων μέσα στο κίνημα;
Όπως προαναφέραμε, η σιωπηρή πρόθεση του αγώνα σε αυτό το χρονικό σημείο είναι να βρει ένα μέσο για να κλιμακωθεί η κατάσταση μέχρις ότου η «διεθνής κοινότητα» αναγκαστεί να επέμβει. Η συνέχιση των μαζικών κινητοποιήσεων και η δημιουργία συγκινητικών θεαμάτων που μπορούν να κάνουν τον γύρο του διαδικτύου και να διαδοθούν στα διεθνή δίκτυα ενημέρωσης –όπως οι «ανθρώπινες αλυσίδες» των διαδηλωτών που πιάνονται χέρι-χέρι στα πεζοδρόμια και, πιο πρόσφατα, έξω από γυμνάσια κατά τη διάρκεια μαθητικών απεργιών– διατηρεί την προσοχή της κοινής γνώμης στραμμένη στον αγώνα. Πιο άμεσα, η συνεχιζόμενη ανυπακοή στο μετρό, σε πολυσύχναστους εμπορικούς χώρους και σε σημεία όπως το αεροδρόμιο –συμπεριλαμβανομένων και των νέων πρακτικών που επινοούν οι διαδηλωτές για να μπλοκάρουν την κυκλοφορία των οχημάτων που κατευθύνονται προς το αεροδρόμιο χωρίς να παραβιάζουν το γράμμα του νόμου– θεωρείται ότι έχει ορατές συνέπειες στην οικονομία, στην προσέλευση τουριστών, στις ξένες επενδύσεις και τα λοιπά. Εντωμεταξύ, τα μέτρα κατά της επιτήρησης έχουν μετατραπεί σε κοινή πρακτική, συμπεριλαμβανομένης του πριονίσματος των «έξυπνων φανοστατών» που διαθέτουν τσιπ RFID και έχουν τοποθετηθεί σε διάφορες γειτονιές, και της κάλυψης με σπρέι ή της αποσυναρμολόγησης των καμερών κλειστού κυκλώματος πριν από τις μεγάλες διαδηλώσεις.
Όλα αυτά μας οδηγούν σε μια διαισθητική κατανόηση μιας πραγματικότητας που το μπλογκ Dialectical Delinquents έχει περιγράψει πολύ καλά στη διάρκεια των περασμένων ετών (και το ευχαριστούμε για τις συνεχείς, επίπονες προσπάθειές του να σκιαγραφήσει τα γοργά αναδυόμενα περιγράμματα της πραγματικότητας αυτής): το Χονγκ Κονγκ έχει λάβει θέση στην πρώτη γραμμή ενός αγώνα ενάντια στη «σινοποίηση»4 του κόσμου. Αυτό, κατά την άποψή μας, σημαίνει ότι με τον νεοφιλελευθερισμό να πνέει, αργά αλλά σταθερά, τα λοίσθια υπό το βάρος μαζικών εξεγέρσεων, που όλες υποστηρίζουν την αποχώρηση από τις πα-γκόσμιες νεοφιλελεύθερες συμφωνίες, η κινεζική παραλλαγή του αυταρχικού κράτους επιτήρησης, εφοδιασμένη με ένα οπλοστάσιο στρατοπέδων εγκλεισμού και ημινόμιμων θεσμών, αποτελεί το μοναδικό μέσο με το οποίο μπορεί ο κόσμος μας όπως τον ξέρουμε μέχρι σήμερα να παραμείνει στη θέση του με τη χρήση καταναγκαστικής βίας. Δεν είμαστε οι μόνοι που το αντιλαμβανόμαστε αυτό∙ πριν από λίγο καιρό το μπλογκ Dialectical Delinquents ανήρτησε μια πολύ διαφωτιστική συνέντευξη με ένα στέλεχος της Huawei που τα λέει έξω από τα δόντια.5
Όπως περιγράψαμε στην προηγούμενη συνέντευξή μας, η Σιντζιάνγκ βρίσκεται στο πίσω μέρος του μυαλού όλων μας, και η φρίκη της Σιντζιάνγκ, σε συνδυασμό με τη γοργή εισαγωγή των συσκευών παρακολούθησης σε ολόκληρη την πόλη, προσδίδει στον αγώνα μια έντονα αποκαλυπτική διάσταση: ξανά και ξανά επαναλαμβάνεται ότι, αν δεν νικήσουμε, θα βρεθούμε σε στρατόπεδα εγκλεισμού. Συμφωνούμε με αυτό σε γενικές γραμμές, αλλά είναι επιτακτικό να αναγνωρίσουμε ότι ξεκινάμε την ίδια «μάχη σώμα με σώμα» (Αγκάμπεν, Τι είναι ένας μηχανισμός;) ενάντια σε αυτούς τους μηχανισμούς (dispositif) όπως και αμέτρητοι άλλοι εξεγερμένοι σε ολόκληρο τον κόσμο – ότι η Κίνα δεν είναι ο μεγάλος Σατανάς από τον οποίο μπορεί να μας απαλλάξει «ο ελεύθερος κόσμος», ο Αντίχριστος που πρέπει να φονεύσουμε με κάθε κόστος, αλλά μια σκιά από το μέλλον, μια σκιά που απλώνεται πάνω από έναν κόσμο σε αποσύνθεση.
Είναι αυτονόητο ότι η Κίνα λειτουργεί επίσης ως ένας καλοδεχούμενος αντιπερισπασμός για την κοινή γνώμη της Δύσης, προσφέροντας στις κυβερνήσεις της την ευκαιρία να στηλιτεύσουν τις ακρότητες της Κίνας έτσι ώστε να επιδείξουν τη δική τους αφοσίωση στα «ανθρώπινα δικαιώματα», ενώ παράλληλα σκοτώνουν και φυλακίζουν τους δικούς τους πληθυσμούς.
Ας μιλήσουμε για τις εσωτερικές εντάσεις και αντιφάσεις του κινήματος. Εμείς έξω από το Χονγκ Κονγκ έχουμε ακούσει πολλά για διαδηλωτές που υψώνουν τη βρετανική σημαία, τραγουδάνε την «Αστερόεσσα σημαία» (ύμνος των ΗΠΑ), μοιράζονται μιμίδια με τον Πιτ τον βάτραχο και υιοθετούν άλλα εθνικιστικά σύμβολα της Δύσης. Πόσο ορατά είναι αυτά μέσα στο κινηματικό πεδίο; Έχουν υπάρξει αντιδράσεις;
Είμαστε βέβαιοι ότι πολλοί από εσάς θα έχετε δει εικόνες από τη δράση που έλαβε χώρα πριν από μια εβδομάδα και κατά την οποία ο κόσμος μαζεύτηκε με όλα τα διακριτικά του Μπλακ Μπλοκ έξω από την αμερικανική πρεσβεία, ανεμίζοντας σημαίες των ΗΠΑ, τραγουδώντας τον αμερικανικό εθνικό ύμνο και παροτρύνοντας τον Λευκό Οίκο να περάσει έναν νόμο σχετικά με το Χονγκ Κονγκ όσο πιο σύντομα γίνεται. Αυτό μας ώθησε να κάνουμε την κωμικοτραγική παρατήρηση ότι το Χονγκ Κονγκ ίσως να είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο όπου το Μπλακ Μπλοκ υψώνει αμερικανικές σημαίες.6
Πολλοί από τους «σημαιοφόρους» απαξιώνουν την κριτική που στρέφεται εναντίον τους∙ κάτι τέτοιο χαρακτηρίζει όσους υποστηρίζουν γενικά τις συνεχείς εκκλήσεις προς τον Λευκό Οίκο. Όταν πρόσφατα μας επισκέφτηκε ένας σύντροφος από τις ΗΠΑ, προσέγγισε τους σημαιοφόρους και δεν έκρυψε καθόλου την αποστροφή του για την κυβέρνηση της χώρας του. «Γαμώ τις ΗΠΑ!» ήταν η μεστή σε νόημα πρώτη του κουβέντα, προτού αναφερθεί διεξοδικά στους φόνους που διαπράττει καθημερινά η κρατική μηχανική των ΗΠΑ. Αυτός ο διάλογος καταγράφηκε από ένα φοιτητικό μέσο ενημέρωσης και κυκλοφόρησε στο Facebook για λίγες ώρες, γεννώντας δημόσια συζήτηση και αντιπαράθεση. Πολλά από τα σχόλια ήταν άκρως αποκαλυπτικά: κατέκριναν τον αμερικανό σύντροφό μας ως «την αμερικανική παραλλαγή των πλαστικών αριστερών» [ένας προσβλητικός χαρακτηρισμός για τους παλαιομοδίτες αριστερούς τον οποίο επεξηγήσαμε στην προηγούμενη συνέντευξή μας] και τον κατηγόρησαν ότι είναι ανίδεος. «Πιστεύεις πραγματικά ότι είμαστε αμερικανοί πατριώτες; Απλώς λειτουργούμε με πρακτικό τρόπο, επιστρατεύοντας τη συμβολή κάποιου που μπορεί πραγματικά να μας βοηθήσει!» Επέμειναν ότι το να τραγουδάει κανείς τον ύμνο των ΗΠΑ, να ανεμίζει τη σημαία τους και να δηλώνει δημόσια πόσο πολύ θαυμάζει τον αμερικανικό τρόπο ζωής δεν είναι πάρα μερικές καλοζυγισμένες εκκλήσεις στην έντονη συναισθηματικότητα των αληθινών αμερικανών πατριωτών. (Κάποιοι από αυτούς τους πατριώτες ταξίδεψαν στο Χονγκ Κονγκ, όπως ο φασίστας ακτιβιστής Τζόι Γκίμπσον ο οποίος το καταδιασκέδασε βγάζοντας σέλφι με ανυποψίαστους διαδηλωτές που, με τη σειρά τους πέταγαν τη σκούφια τους χειροκροτώντας έναν θερμόαιμο Αμερικανό όσο ανέμιζε τη σημαία του και έδειχνε να συμμερίζεται τον σκοπό τους.)
Οι σημαιοφόροι υποστηρίζουν ότι όσοι κατακρίνουν την ύψωση της σημαίας είναι αφελείς: δεν ξέρουν ότι το μήνυμα που στέλνουν έχει διπλή κωδικοποίηση. Στην επέτειο της 11ης Σεπτεμβρίου κάποιοι κάλεσαν σε μια παύση των διαδηλώσεων σε όλη την πόλη ως φόρο τιμής σε όσους έχασαν τη ζωή τους την ημέρα εκείνη – άλλη μια έξυπνη κίνηση με σκοπό να κερδίσουν τη συμπάθεια των Αμερικανών. Όσο έξυπνοι κι αν νομίζουν ότι είναι αυτοί οι περιφερόμενοι θίασοι, με την πανούργα κατανόησή τους της ρεαλπολιτίκ, γίνονται οι ίδιοι περίγελος – και τελικά θα γίνουμε και εμείς, εάν δεν κατορθώσουμε να διαλύσουμε αυτή την τρέχουσα εμμονή με μια ψεύτικη διελκυστίνδα ανάμεσα στις «μεγάλες δυνάμεις» της γης.
Πολλοί φίλοι μας από τη Δύση μάς έχουν επανειλημμένως ρωτήσει αν αυτό το αίσθημα είναι κοινό στην τεράστια πλειοψηφία των συμμετεχόντων στον αγώνα ή αν αυτή η μανία με τη Δύση είναι ένα περιθωριακό φαινόμενο. Ας το θέσουμε έτσι: την παρούσα στιγμή οτιδήποτε έχει οποιαδήποτε σχέση με την Κίνα είναι δικαιολογημένος στόχος βανδαλισμού και βεβήλωσης – καταστρέφονται τα κυβερνητικά σύμβολα, σκίζονται οι σημαίες από τους ιστούς τους και πετάγονται στο νερό, καλύπτονται με γκραφιτάδικες υπογραφές τα υποκαταστήματα όχι μόνο των τραπεζών αλλά και των ασφαλιστικών εταιρειών που αναγράφουν τη λέξη «Κίνα» – πρόσφατα γράφτηκε στα ρολά της China Life Insurance το γκράφιτι «Δεν θέλω μια κιναζιστική ζωή». Αν την πέφταμε σε μια βιτρίνα στην οποία υπήρχαν ορατά αμερικανικά σύμβολα, πολύ φοβόμαστε ότι κατά πάσα πιθανότητα θα μας σταματούσαν.
Θα θέλαμε επίσης να προσθέσουμε ότι τώρα τελευταία δεν εμφανίζονται μονάχα αμερικανικές σημαίες στις πορείες, αλλά επίσης και σημαίες άλλων «φιλικών» χωρών-μελών του G20 –του Καναδά, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιαπωνίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλων–, ενώ και η σημαία της Ουκρανίας έκανε δυστυχώς την εμφάνισή της την περασμένη εβδομάδα. Αυτό μάλλον οφείλεται στις προβολές του ντοκιμαντέρ Χειμώνας στις φλόγες που έχουν γίνει πρόσφατα σε δημόσιους χώρους, με το κοινό να αγνοεί σχεδόν πλήρως όσα το ντοκιμαντέρ επιλέγει –τόσο βολικά– να παραλείψει.
Εντωμεταξύ, γίνονται παρατεταμένες εκστρατείες που παροτρύνουν το Ηνωμένο Βασίλειο να αναλάβει την ευθύνη του εγκαταλελειμμένου παιδιού που άφησε πίσω του, εκδίδοντας ξανά διαβατήρια τύπου ΒΝΟ (για πολίτες βρετανικών υπερπόντιων εδαφών) στους κατοίκους του Χονγκ Κονγκ. Παρόλο που αυτά τα διαβατήρια δεν παρέχουν στους κατόχους τους το δικαίωμα μετοίκησης στο Ηνωμένο Βασίλειο ούτε τους εγγυώνται προξενική προστασία, για ορισμένους ενσαρκώνουν την ελπίδα διαφυγής από μια πόλη που πολλοί έχουν αρχίσει να θεωρούν παγίδα θανάτου. «Θα προτιμούσα να είμαι πολίτης δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας σε μια χώρα της Δύσης από το να βρεθώ κλεισμένος σε ένα στρατόπεδο αναμόρφωσης» σχολίασε κάποιος σε ένα θρεντ κάποιου φόρουμ μηνυμάτων πριν από μερικές εβδομάδες.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ύψωση σημαιών της Δύσης μοιάζει λιγότερο με μια επιτήδεια ενέργεια στρατηγικής πανουργίας και περισσότερο με μια απελπισμένη και ευλαβική επίκληση σε έναν παντοδύναμο σωτήρα. Πρόκειται για ένα θανατηφόρο μείγμα φόβου και αφέλειας –αυτά τα δυο αλληλοτροφοδοτούνται και ανατοκίζονται–, το οποίο κάνουμε προσπάθειες να καταπολεμήσουμε. Οι αμερικανοί φίλοι μας πρόσφατα μας έστειλαν ένα εξαιρετικό σύνθημα που ελπίζουμε να διαδώσουμε παντού: «Κιναζί και ΑμεριΚΚΚή: δυο χώρες, ένα σύστημα».
https://twitter.com/rachel_cheung1/status/1173245623174230019
Ποιοι θεσμοί και μυθολογίες έχουν χάσει τη νομιμοποίησή τους στα μάτια της κοινής γνώμης στην πορεία των ταραχών; Ποιοι έχουν διατηρήσει ή κερδίσει τη νομιμοποίησή τους; Μπορείτε να περιγράψετε την επιτυχία ή την αποτυχία των προσπαθειών να ασκηθεί κριτική σε αυτούς τους θεσμούς και τις μυθολογίες ή τουλάχιστον να ξεκινήσει ένας διάλογος σχετικά με αυτούς;
Όπως περιγράψαμε στην προηγούμενη συνέντευξη, για πολλά χρόνια η γενική αντίληψη ήταν ότι υπάρχουν δυο δρόμοι για τον κοινωνικό αγώνα: από τη μια πασιφιστικές, ευπρεπείς πορείες πολιτών, προσβάσιμες σε νοικοκυρές, ηλικιωμένους και άλλους που δεν θα ρίσκαραν να συλληφθούν, και από την άλλη μια φιλοπόλεμη, συγκρουσιακή παρουσία στην πρώτη γραμμή, με υιοθέτηση διαφόρων μορφών άμεσης δράσης. Αυτοί οι δυο δρόμοι συνεχίζουν να υφίστανται, αλλά αυτό που δεν έχει προηγούμενο είναι ότι στην τρέχουσα συνθήκη είναι αμφότεροι παράνομοι: η κυβέρνηση απορρίπτει τις αιτήσεις για αδειοδότηση διαδηλώσεων και όλες οι συγκεντρώσεις είναι de facto απαγορευμένες, όσο ακίνδυνες κι αν είναι. Η απλή και μόνο φυσική παρουσία στο σημείο ή κοντά στο σημείο μιας παράνομης συγκέντρωσης αποτελεί από μόνη της αιτία σύλληψης και κράτησης. Όσο βρίσκεσαι καθισμένος-η στο μετρό ή στο λεωφορείο με κατεύθυνση το σπίτι σου, ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος-η ότι δεν θα μπουκάρουν στο όχημα οι δυνάμεις καταστολής και ότι δεν θα σπάσουν στο ξύλο όλους τους επιβαίνοντες, ή ότι οι νομοταγείς πολίτες δεν σε έχουν καρφώσει στους μπάτσους, ή ότι κάποιος δεν σε ακολουθεί μέχρι το σπίτι σου, ή τέλος ότι οι τριάδες δεν θα βγουν να τραμπουκίσουν αργά το βράδυ στην περιοχή όπου μένεις. Η στράτευση σε κατατάσσει σε ένα σώμα που μπορεί να ακρωτηριαστεί, να υποστεί βασανιστήρια ή –απ’ ό,τι φαίνεται– να δολοφονηθεί από εκείνους που οι ενέργειές τους έχουν εγκριθεί εν ονόματι της «τάξης». Όπως έκαναν σαφές οι φρουροί της τάξης, είμαστε «κατσαρίδες», παράσιτα που πρέπει να εξολοθρευτούν και να ξεκληριστούν έτσι ώστε οι μπίζνες να ξαναβρούν τους κανονικούς τους ρυθμούς.
Επίσης, η έκφραση συμπάθειας προς τον αγώνα μπορεί πιθανότατα να σε οδηγήσει στην ανεργία, αν δουλεύεις για κάποια εταιρεία που έχει μακροχρόνιους δεσμούς με την κινεζική αγορά. Σκεφτείτε την πολύκροτη υπόθεση της Cathay Pacific, κατά την οποία η υψηλόβαθμη διοίκησή της ζήτησε μια λίστα των μελών του σωματείου που είχαν συμμετάσχει στο κίνημα ή είχαν αφήσει να διαρρεύσουν πληροφορίες για πτήσεις στις οποίες επέβαιναν αστυνομικοί∙ αυτή η εταιρεία διενεργεί μια πλήρη εκκαθάριση του προσωπικού της, την οποία επιβλέπουν οι καριερίστες χαφιέδες στις τάξεις των πληρωμάτων της.
Οι δάσκαλοι στο σχολείο που μέχρι πριν από μερικούς μήνες σού μάθαιναν άλγεβρα μπορεί να συμβάλουν στη σύλληψή σου∙ οι διευθυντές και οι επικεφαλής των τμημάτων στέκονται άπραγοι την ώρα που οι μονάδες καταστολής της αστυνομίας πιάνουν εσένα και τους φίλους σου έξω από το κτίριο του σχολείου σας. Αυτή είναι μια πραγματικότητα την οποία οι διαδηλωτές συνηθίζουν με γοργούς ρυθμούς. Ως συνέπεια, έχουν διαμορφωθεί δίκτυα αλληλοβοήθειας για να αναδειχθεί η κατάσταση αυτή και για να προσφέρουν εργασία, καταφύγιο, μεταφορικά μέσα και γεύματα σε όσους τα χρειάζονται.
Εν συντομία: το μέλλον, ως ορίζοντας προβλεπτών εξέλιξων, ως ημερολόγιο ευκταίων και απευκταίων πλάνων και προβολών, έχει καταρρεύσει και έχουμε απομείνει να συμβουλευόμαστε, λεπτό προς λεπτό, τους «ζωντανούς» χάρτες που φτιάχνονται σε πραγματικό χρόνο από εθελοντές χαρτογράφους, οι οποίοι μας λένε ποιους σταθμούς να αποφύγουμε, ποιους δρόμους να παρακάμψουμε, ποιες περιοχές έχουν γεμίζει δακρυγόνα αυτή τη στιγμή. Η ίδια η καθημερινή ζωή έχει γίνει μια σειρά από τακτικές μανούβρες, όλοι αναγκάζονται να είναι προσεκτικοί στο τι θα πουν όταν γευματίζουν σε κάποια καφετέρια ή καντίνα, σε περίπτωση που κάποιος κρυφακούει και τους καταδώσει, όλοι πειραματίζονται σχετικά με το πώς θα πάρουν το μετρό χωρίς να πληρώσουν αλλά και χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό, όλοι επινοούν κώδικες που αντέχουν σε μια γρήγορη αποκωδικοποίηση για να τους χρησιμοποιούν στα μηνύματα ή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι πραγματικά εκπληκτικό ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί που είναι πρόθυμοι να απαρνηθούν τις δειλές ανέσεις και ευκολίες της μητρόπολης, την απόλαυση της ανωνυμίας, καθώς κοιτάνε τη δουλειά τους. Είναι ανάγκη να βρούμε και να διατηρήσουμε τη μυστικότητα με άλλους τρόπους.
Δεν γίνεται να παραβλέψουμε ότι, μέσα στην όλη αυτή κατάσταση, ένας αέρας επινοητικότητας και περιπέτειας μάς συνεπαίρνει μέχρι τα μύχια της αφυπνισμένης μας ύπαρξης.
Τι θα έκανε τις ταραχές να μεταδοθούν στην ηπειρωτική Κίνα – αν όχι μέσα από αυτό το κίνημα τότε μέσα από κάποια μελλοντική συνέχειά του; Ή μήπως οι ίδιες οι προϋποθέσεις του κινήματος καθιστούν αδύνατο κάτι τέτοιο;
Καταρχάς, προϋπόθεση αυτού θα ήταν να συνειδητοποιήσουμε το αμείλικτο γεγονός ότι το Χονγκ Κονγκ εξαρτάται από την Κίνα όσον αφορά το μεγαλύτερο μέρος της τροφής και του νερού του. Από μόνο του αυτό καθιστά φανερό ότι οποιαδήποτε επιτυχημένη εξέγερση εδώ θα προϋπέθετε την ενεργό στήριξη από συντρόφους στις περιοχές που περικλείουν το Χονγκ Κονγκ. Αυτή η πρακτική προσταγή, και όχι οι αφηρημένες συζητήσεις, είναι που θα μπορούσε να βρει πιο εύκολα ευήκοα ώτα, καθώς οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ είναι περιβόητοι για την ανυπομονησία που δείχνουν όσον αφορά τις συζητήσεις σχετικά με ιδεολογικά ζητήματα.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι πρόκειται για ένα επίμαχο ζήτημα∙ ορισμένοι στην κολεκτίβα μας θεωρούν ότι αυτή η εξάρτηση αποτελεί πηγή μεγάλης μνησικακίας για πολλούς στο Χονγκ Κονγκ, ειδικά επειδή αποτελεί αφενός συνέπεια σκιωδών πολιτικών συμφωνιών που έχουν οδηγήσει στη σταδιακή αποψίλωση του μεγαλύτερου μέρους της καλλιεργήσιμης γης του Χονγκ Κονγκ στις βορειοανατολικές περιοχές. Οι περιοχές αυτές καθαρίστηκαν για να ανοίξει ο δρόμος σε ιδιωτικά συγκροτήματα κατοικιών που συχνά υπόκεινται σε ξένη (και κινεζική) κερδοσκοπία. Αφετέρου αποτελεί συνέπεια και μιας γκροτέσκας συμφω- νίας εισαγωγής νερού που έχουμε συνάψει με την Κουανγκτούνγκ. Έτσι είναι, αυτή η εξάρτηση το μόνο που κάνει είναι να ενισχύει τον ζήλο για ανεξαρτησία και εθνική κυριαρχία, και όχι να τον μετριάζει.
Ένα άλλο αναγκαίο βήμα θα ήταν η διάλυση της φαντασίωσης ότι το Χονγκ Κονγκ είναι μοναδικό και της εικόνας που έχουν οι κάτοικοι για την πόλη τους: ένας φιλελεύθερος εμπορικός κόμβος παγκοσμίου κλάσης με ελεύθερα σκεπτόμενους κοσμοπολίτες και εραστές της ελευθερίας, σε αντίθεση με τους κωλογλείφτες, άξεστους και αγρότες στον βορρά που έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου. Όσο τετριμμένο κι αν ακούγεται, πρέπει να αποστραγγίξουμε την «ταυτότητα του Χονγκ Κονγκ» από το οποιοδήποτε θετικό της περιεχόμενο –όλες τις αξιώσεις της περί πολιτισμού, αστικότητας και διαφωτισμού– έτσι ώστε να δώσουμε χώρο στην πλήρη αρνητικότητα της προλεταριακής εξέγερσης, η οποία μπορεί να διαπεράσει αποφασιστικά τη διασπαστική φλυαρία που παράγουν οι κυβερνήσεις και στις δυο πλευρές των συνόρων. Πρέπει να ειπωθεί ότι, όποτε υπήρξε κάποια αναταραχή ή αναφορά περί «μεγάλου γεγονότος» στην Κίνα κατά τη διάρκεια του αγώνα, ο κόσμος εστίασε εκεί την προσοχή του.
Είναι πολλοί αυτοί που έχουν επινοήσει και εφευρετικούς διαύλους «λαθρε-μπορίου» πληροφοριών προς τους κατοίκους της ηπειρωτικής Κίνας, φτάνοντας μέχρι και να κάνουν μοντάζ σε πορνογραφικά βίντεο από κινεζικές ιστοσελίδες ενηλίκων, αντικαθιστώντας τις σκηνές εκσπερμάτωσης με πλάνα αστυνομικής βίας στο Χονγκ Κονγκ. Αυτό μας φέρνει στο μυαλό τις αγαπημένες μας εξεγέρσεις στην αρχαία Κίνα κατά τις οποίες οι παράνομες πληροφορίες κυκλοφορούσαν με τη μορφή περγαμηνών κρυμμένων σε ψωμάκια και γλυκίσματα.
Όπως αναφέραμε προηγουμένως, υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν ευθαρσώς την «ανεξαρτησία» και την «αυτονομία» όλων των περιοχών της Κίνας, τη βαλκανοποίηση της χώρας μετά την κατάρρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος (με το δεύτερο να αποτελεί προτεραιότητα και το πρώτο να θεωρείται απλώς μια ευτυχής συνέπεια). Για κάποιους άλλους, ωστόσο, μια πιο ευλογοφανής πιθανότητα –με δεδομένο το πώς γίνονται συχνά αντιληπτοί οι άνθρωποι στην άλλη πλευρά των συνόρων ως απολωλότα πρόβατα τα οποία επιβλέπει ένας παντοδύναμος βοσκός– είναι η ελπίδα ότι την εθνική κυριαρχία του Χονγκ Κονγκ θα προασπίσει η απειλή μιας διεθνούς στρατιωτικής επέμβασης, θα περιφρουρήσει τα σύνορά του έτσι ώστε η μοίρα μας να αποσυνδεθεί από αυτή των Κινέζων.
Η αποδόμηση αυτής της ιδεολογικής μήτρας και η υπονόμευση των βάσεων της πολιτιστικής ταυτότητας του Χονγκ Κονγκ προς όφελος μιας επικίνδυνης διασυνοριακής δουλειάς είναι ένα εξαιρετικά δυσάρεστο και μη δημοφιλές έργο. Η αλήθεια να λέγεται, ελάχιστοι από εμάς γνωρίζουμε πώς να το κάνουμε σε σημαντικό βαθμό, ειδικά με δεδομένο ότι όλα τα κανάλια πληροφόρησης της ηπειρωτικής Κίνας υπόκεινται σε ενδελεχείς ελέγχους. Οι φίλοι μας στην ηπειρωτική χώρα έχουν καταβάλει εκτεταμένες προσπάθειες να διαδώσουν στα φόρουμ μηνυμάτων και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πληροφορίες σχετικά με αυτόν τον αγώνα, αλλά αυτές οι πληροφορίες συχνά διαγράφονται πάραυτα και οι λογαριασμοί τους μπλοκάρονται τάχιστα.
Μπορείτε να φανταστείτε πόσο αγχωτικό είναι αυτό το καθήκον, με τη δυσκολία του να μεγεθύνεται από την επιτακτικότητά του – ειδικά τώρα που τα πλήθη αρχίζουν να συγκροτούν χορωδίες και να τραγουδούν τον νεότευκτο «εθνικό ύμνο του Χονγκ Κονγκ» σε δημόσιους χώρους.
Κάντε μια σύνοψη των τακτικών και τεχνικών καινοτομιών που έχουν προκύψει τους τελευταίους μήνες και των πραγμάτων, τα οποία στο παρελθόν φάνταζαν αδύνατα, που αυτές έχουν καταστήσει εφικτά για τους αγωνιζόμενους. Φανταστείτε ότι απευθύνεστε σε άτομα που θα βρεθούν σε μια συνθήκη παρόμοια με τη δική σας σε κάποια στιγμή στο μέλλον.
Όταν θα έχουν περάσει τα χρόνια, θα συνεχίζουμε να αναπολούμε και να θαυμάζουμε τα υπέροχα πράγματα που αναδύθηκαν ως απάντηση στα απτά προβλήματα τα οποία είχαν να αντιμετωπίσουν οι εξεγερμένοι στη διάρκεια των τριών περασμένων μηνών.
Ως απάντηση στην έλλειψη στέγης που αντιμετωπίζουν πολλοί έφηβοι, καθώς ουσιαστικά τους έχουν «αποκληρώσει» οι γονείς τους επειδή παραβρίσκονταν στις πορείες και παρέμειναν στον δρόμο όταν κηρύχθηκε η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, δημιουργήθηκε ένα δίκτυο ανοιχτών διαμερισμάτων στα οποία νέοι, στρατευμένοι στον αγώνα, μπορούσαν να καταφύγουν και να μείνουν προσωρινά. Ως απάντηση στο ότι τα βανάκια, τα λεωφορεία και οι συρμοί του μετρό δεν ήταν πια ασφαλή για διαδηλωτές που έπρεπε να διαφύγουν, στήθηκαν δίκτυα συνεπιβατισμού (carpooling) μέσω Telegram για να «παίρνουμε τα παιδιά από το σχολείο». Συναντήσαμε ηλικιωμένους οδηγούς που δεν ήξεραν καν πώς να χρησιμοποιήσουν το Telegram, αλλά έκαναν κύκλους γύρω από τα «καυτά σημεία» που ανακοίνωναν τα ραδιοφωνικά δελτία ειδήσεων, ψάχνοντας για κυνηγημένους διαδηλωτές που είχαν άμεση ανάγκη από ένα μεταφορικό μέσο για να βρεθούν σε ασφαλές μέρος.
Ως απάντηση στο ότι πολλοί νέοι δεν είχαν δουλειά ή αρκετά χρήματα για να αγοράσουν τροφή στην πρώτη γραμμή, εργαζόμενοι συγκέντρωσαν προμήθειες από σουπερμάρκετ και κουπόνια για εστιατόρια και τα έδωσαν σε άτομα εξοπλισμένα για τις συγκρούσεις πριν από τα μεγάλα επεισόδια με την αστυνομία. Αυτό το εξαιρετικό γεγονός χρησιμοποιείται συχνά από τους συντηρητικούς για να υποδηλώσει ότι ξένες δυνάμεις βρίσκονται πίσω από αυτή την «έγχρωμη επανάσταση», γιατί… πού βρέθηκαν όλα αυτά τα λεφτά για κουπόνια; Κάποιος πρέπει να το χρηματοδοτεί όλο αυτό! Δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι κάθε εργάτης είναι πρόθυμος να βάλει το χέρι στην τσέπη για να βοηθήσει κάποιον τον οποίο δεν γνωρίζει προσωπικά.
Ως απάντηση στον πόνο, το τραύμα και την αϋπνία που προκαλούνται από την παρατεταμένη έκθεση στα δακρυγόνα και στην αστυνομική βία, είτε από πρώτο χέρι είτε μέσω των ωμών ζωντανών συνδέσεων, έκαναν την εμφάνισή τους δίκτυα υποστήριξης που πρόσφεραν συμβουλευτική και φροντίδα. Ως απά- ντηση στο ότι τα παιδιά δεν είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να κάνουν τα μαθήματά τους επειδή βρίσκονταν όλη τη νύχτα στον δρόμο, έκαναν την εμφάνισή τους κανάλια στο Telegram που παρείχαν δωρεάν υπηρεσίες ιδιαίτερων μαθημάτων. Ως απάντηση στο ότι οι φοιτητές «δεν θα μπορούσαν να μορφωθούν» επειδή είχαν κατέβει σε απεργία, ο κόσμος διοργάνωσε σεμινάρια πάνω σε όλων των ειδών τα πολιτικά ζητήματα στις σχολές που υποστήριζαν τον αγώνα αλλά και σε δημόσιους χώρους.
Εντωμεταξύ, ο κόσμος ξεκίνησε εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων (chat room) στο Telegram για να συζητηθούν ζητήματα που μπορεί να συγκέντρωναν το ενδιαφέρον των διαδηλωτών∙ έχουμε ξεκινήσει τις διαδικασίες για να δημιουργήσουμε μια τέτοια και εμείς. Το αντικείμενο μπορεί να είναι τεχνικής φύσης (πώς να αποσυναρμολογήσετε ένα εκδοτήριο εισιτηρίων του μετρό, πώς να περάσετε από ένα τουρνικέ χωρίς να πληρώσετε), μπορεί να είναι ιστορικής φύσης (πρόσφατα είδαμε μια για τη Γαλλική Επανάσταση), μπορεί να είναι πνευματικής φύσης ή να αφορά την αυτοάμυνα και τις πολεμικές τέχνες.
Μας κόβει την ανάσα το εύρος και η αποτελεσματικότητα όλων αυτών των προσπαθειών. Σχηματίζονται ομάδες συγγένειας για να φτιάξουν μολότοφ και να τις δοκιμάσουν στα δάση. Άλλοι δημιουργούν φιλίες και παίζουν πολεμικά παιχνίδια στα δάση, στήνοντας προσομοιώσεις ανταλλαγής πυροβολισμών με την αστυνομία. Αυτοσχέδια ντότζο πολεμικών τεχνών στήνονται σε πάρκα και ταράτσες. Ό,τι και να λέμε για τους κατοίκους αυτής της πόλης, είναι εκπληκτικοί στο να λύνουν πρακτικά προβλήματα χωρίς πολλά-πολλά.
Αυτός ο αγώνας έχει αποκτήσει έναν παιδαγωγικό ρόλο για οποιονδήποτε έχει λάβει μέρος σε αυτόν. Στο πεδίο της φαινομενολογικής παιδαγωγικής, μέσα από τη διαδικασία του αγώνα, η πόλη μας έχει αποκτήσει μια εντελώς καινούργια σημασία – κάθε πτυχή κάθε περιοχής έχει προσλάβει μια βαθιά τακτική σημασία. Πρέπει να γνωρίζεις σε ποιες περιοχές της πόλης συχνάζουν οι τριάδες∙ κάθε στροφή του δρόμου και κάθε αδιέξοδο μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο στο αν θα βγεις αλώβητος από μια διαδήλωση. Τους τελευταίους μήνες έχουμε βρεθεί σε άγνωστες σε μας γειτονιές, αλλά ακόμα και οι γειτονιές στις οποίες έχουμε μεγαλώσει όλη μας τη ζωή γίνονται παράξενες όταν πρέπει να ξεφύγουμε από επελαύνουσες διμοιρίες της αστυνομίας ή όταν μελετάμε θρεντ σε φόρουμ μηνυμάτων γεμάτα από ιστορίες που μοιράζονται άτομα τα οποία, χάρη στο επάγγελμα ή τις καταβολές τους, διαθέτουν ενδελεχείς γνώσεις για κάποιες πτυχές της πόλης στις οποίες εμείς από μόνοι μας δεν θα είχαμε ποτέ πρόσβαση. Συνδυάστε το αυτό με τους εξαιρετικούς χάρτες σε πραγματικό χρόνο που φτιάχνουν ομάδες για να υποδείξουν τις επικίνδυνες ζώνες και τις οδούς διαφυγής και θα αρχίσετε να αντιλαμβάνεστε πώς οι τρεις τελευταίοι μήνες αποτελούν μια γκαζωμένη ψυχογεωγραφική και χαρτογραφική περιπλάνηση στην πόλη μας, η οποία έχει ανεκτίμητη αξία τόσο για τον αγώνα αυτόν όσο και για εκείνους που θα ακολουθήσουν.
Φυσικά, στο τέλος της ημέρας, όλα αυτά δεν αφορούν μονάχα όσους βρίσκονται στον δρόμο∙ υπάρχουν πολλοί, ακόμα και στη δική μας κολεκτίβα, που για διάφορους λόγους προτιμούν να μη βρίσκονται εκεί όπου ξεσπούν οι οδομαχίες. Η μεγαλειώδης προσφορά όσων φτιάχνουν χάρτες και παρέχουν ενημέρωση σε πραγματικό χρόνο, ενώ βρίσκονται εκτός του πεδίου, επαληθεύοντας ακούραστα την ακρίβεια των δεδομένων που συρρέουν αδιάκοπα από μια πληθώρα πηγών, έχει συμβάλει ουσιαστικά στη διασφάλιση της ακεραιότητας των στρατευμένων στον αγώνα και στον αποκλεισμό των fake news (ορισμένοι λογαριασμοί στα φόρουμ μηνυμάτων διαδίδουν fake news σε σταθερή βάση και ασταμάτητα, χωρίς να γνωρίζουμε για ποιο σκοπό). Είναι επίσης ουσιαστικό ότι οι άνθρωποι αφιερώνουν τον χρόνο τους, μετά από εξοντωτικές μάχες στους δρόμους, για να επιχειρηματολογήσουν συλλογικά πάνω και στην παραμικρή λεπτομέρεια των τακτικών στα κανάλια του Telegram και στα φόρουμ μηνυμάτων, ανοιχτά και σε συντροφικό πνεύμα. Αυτό είναι που καθιστά εφικτή την υλοποίηση κάθε προγραμματισμένης πρωτοβουλίας –είτε πρόκειται για το μπλοκάρισμα μιας γραμμής του μετρό, ενός αυτοκινητόδρομου προς το αεροδρόμιο ή του ίδιου του αεροδρομίου– ακόμα και εάν, όπως συνέβη στην περίπτωση της γραμμής του μετρό, οι αρχικές απόπειρες ήταν διστακτικές και ανεπιτυχείς. Η θέληση για την επίτευξη των στόχων πρέπει να συνδυάζεται με τη συλλογική αποφασιστικότητα για τη δημιουργία της υποδομής πληροφόρησης η οποία θα οδηγήσει στην υλοποίησή τους.
Τι μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι έξω από το Χονγκ Κονγκ για να στηρίξουν τους συλληφθέντες και τους φυλακισμένους αυτού του κινήματος – ειδικά τους αντεξουσιαστές; Υπάρχουν πράγματα που θα θέλατε να δείτε να γίνονται αλλού στον κόσμο με σκοπό την υποστήριξή σας;
Τις επόμενες ημέρες θα αποκαλύψουμε πληροφορίες σχετικά με μια παγκόσμια δράση αλληλεγγύης την οποία συντονίζουμε με κάποιους φίλους εκτός Χονγκ Κονγκ. Να έχετε τον νου σας σε αυτό τον ιστότοπο!
Επίσης, θα ήταν εξαιρετικά βοηθητικό αν μπορούσατε να εκδώσετε δικά σας κείμενα σχετικά με την κατάσταση των πραγμάτων που όλοι βιώνουμε σε αυτή την ιστορική στιγμή σχετικά με την Κίνα και τη συνεχή εξέλιξη των τεχνολογιών επιτήρησης σε ολόκληρο τον κόσμο. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να περιστραφεί το αφήγημα αυτού του αγώνα απλώς και μόνο γύρω από αυτάρεσκες αποκηρύξεις του Κομμουνιστικού Κόμματος. Το Κόμμα αξίζει πλήρως την απέχθειά μας, αλλά δεν πρέπει να πιστέψουμε ότι όλα τα κακά αυτού του κόσμου συγκε- ντρώνονται στην Κίνα, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε αυτή την κωμική κόπια του Ψυχρού Πολέμου, με τη γελοία της διαίρεση σε νομοταγείς πολίτες του «ελεύθερου κόσμου» και σε στρατιωτάκια του 1984, να μας αποσπάσουν την προσοχή από τα αιτήματα του καιρού μας και το εγχείρημα της επίσπευσης μιας συνολικής καταστροφής όλων όσα εξακολουθούν να στέκονται ανάμεσα σε εμάς και στη ζωή που μας περιμένει.
Διαδώστε το πνεύμα του προλεταριακού σαρκασμού. Ας γελάσουμε σε όλες τις γλώσσες που ξέρουμε!
-
Η βομβίδα σπόγγου μοιάζει με πλαστική σφαίρα, αλλά είναι περίπου είκοσι φορές μεγαλύτερη και γεμάτη με φελιζολένιο σπόγγο αντί για πλαστικό. ↩
-
Οι τριάδες είναι μέλη συμμοριών που εμπλέκονται σε παράνομες δραστηριότητες και έχουν μεγάλη ιστορία στο Χονγκ Κονγκ και στην ηπειρωτική Κίνα. Η γενεαλογία τους εκτείνεται μέχρι πέρα στη συγκρότηση των μυστικών κοινωνιών που εναντιώνονταν στη δυναστεία Τσινγκ κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας, και αποτελεί παραδειγματική περίπτωση επαναφομοίωσης μιας επαναστατικής οργάνωσης. ↩
-
Βάσει νόμου στο Χονγκ Κονγκ οι εργοδότες είναι υποχρεωμένοι να δίνουν στις οικιακές βοηθούς μονάχα μια ημέρα ρεπό την εβδομάδα, και πολλοί είναι αυτοί που μηχανεύονται τρόπους για να παρακάμψουν τον νόμο. ↩
-
(Σ.τ.μ.) Σινοποίηση: Η επικράτηση του κινεζικού («κομμουνιστικού») μοντέλου διακυβέρνησης στον κόσμο, σε αντίθεση με την παγκοσμιοποίηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ο όρος επιλέχθησε σε αντίθεση με τον πιο διαδεδομένο «κινεζοποίηση», καθώς ο δεύτερος έχει συνδεθεί κυρίως με τη «μείωση αποδοχών των εργαζομένων σε χαμηλό επίπεδο όπως των Κινέζων». Ωστόσο, η έννοια που χρησιμοποιείται στο αγγλικό πρωτότυπο είναι πολύ ευρύτερη, καθώς αναφέρεται στο αυταρχικό πολιτικό σύστημα της Κίνας (με αιχμή του δόρατος τα συστήματα επιτήρηση των πολιτών της) που συνδυάζεται με την ελεύθερη αγορά. ↩
-
Μπορείτε να βρείτε τη συνέντευξη στην ακόλουθη διεύθυνση: http://dialectical-delinquents.com/class-struggle-histories-2/hong-kong-trying-to-block-the-road-to-totalitarianism/, όπως επίσης και πολλά ακόμη παραδείγματα των εκτεταμένων δικτύων ελέγχου στην Κίνα τα οποία ο διαχειριστής έχει συγκεντρώσει μετά από χρόνια επίπονης έρευνας. ↩
-
Σημείωση της έκδοσης: Δυστυχώς, αυτό δεν αληθεύει. Στη Γερμανία, τη γενέτειρα των τακτικών τύπου Μπλακ Μπλοκ, είναι γνωστό εδώ και χρόνια ότι οι «αντιγερμανοί» αριστεροί ριζοσπάστες κάνουν πορείες με αμερικανικές σημαίες, συχνά σε σχηματισμούς τύπου Μπλακ Μπλοκ. Η ηλιθιότητα του να προσπαθείς να σωθείς από μια αυτοκρατορία πέφτοντας στην αγκαλιά μιας άλλης δεν γνωρίζει σύνορα – και από μόνη της η αγωνιστικότητα δεν αποτελεί εχέγγυο απέναντί της. ↩